Συνέχεια από το δημοσιευθέν χθές 1Ο Μέρος
(https://lispolydrosou.
Ἀπό τόν Ἡρόδοτο στόν Θουκυδίδη
Κατάσπαρτες μέ τήν ἑλληνική ὑπερηφάνεια γιά τό Γένος μας εἶναι οἱ περιγραφές τοῦ Ἡροδότου στίς «Ἱστορίες» του: ..
Ὅταν ὁ
Μαρδόνιος προσπάθησε νά προσεταιριστεῖ τούς Ἀθηναίους,
διασπῶντας τό
μέτωπο τῶν Ἑλλήνων, ἡ ἀπάντησις
πού ἔλαβε εἶναι ἡ ἴδια πού
διατυπώθηκε ὡς «Ἐλευθερία ἤ Θάνατος»
δύο χιλιετίες ἀργότερα:
«Πήγαινε
'πες τοῦ Μαρδόνιου ὅτι οἱ Ἀθηναῖοι τοῦ λένε πώς ὅσον ὁ ἥλιος θά παίρνει τήν ἴδια
πορεία πού ἔχει καί σήμερα, ποτέ δέν θά μιλήσουμε τήν ἴδια
γλῶσσα μέ τόν Ξέρξη».
Κι ἀπευθυνόμενοι, πλέον, ὄχι στούς
Πέρσες ἀλλά στούς
ἄλλους
συνέλληνες, πρόσθεσαν, ὅπως λέει ὁ Ἡρόδοτος:
«Ὑπάρχει
ὁ Ἑλληνισμός, πού ἔχει
τό ἴδιο αἷμα καί τήν ἴδια γλῶσσα μέ ἐμᾶς, τήν ἴδια θρησκεία καί τά ἴδια
ἤθη, καί προδότες του δέν θά ’θελαν νά εἶναι
οἱ Ἀθηναῖοι».
Βέβαια, ἡ ἱστορική
πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ δέν εἶναι
σπαρμένη μόνο μέ στιγμές κλέους καί δόξας. Ἀντίγραφο
τῆς
διαμάχης Ἀγαμέμνονος- Ἀχιλλέως εἶναι ὁ ἐμφύλιος
-Πελοποννησιακός- πόλεμος, πού μοναδικά περιέγραψε ὁ
Θουκυδίδης μέ τήν ἰσηγορία του, ὅπου λόγος
κι ἀντίλογος ἔχουν ἴση δύναμη
καί σθένος. Ὁ Θουκυδίδης - θέτων καί τά θεμέλια τῆς
δημοσιογραφίας- ἀποκλείει τήν ἀλήθεια
πού βρίσκεται τοποθετημένη κάπου, σέ ἕνα σημεῖο πέραν τῶν ἀνθρώπων,
πέραν τῶν ἑρμηνειῶν.
Ὑπηρέτησε μέ σχολαστικό τρόπο τήν ἀλήθεια τῶν ἀριθμῶν, ὄχι ὅμως τήν ἀλήθεια τῶν ἀνθρώπων, ἡ ὁποία
προκύπτει μέσα ἀπό τήν ἑρμηνεία
πού καθένας δίνει στά γεγονότα. Ὁ
Θουκυδίδης, κυρίως μέ τίς Δημηγορίες του, μᾶς
διδάσκει ὅτι αὐτό πού μᾶς κάνει
νά διαφέρουμε ἤ ἀκόμα καί
νά πολεμοῦμε, δέν εἶναι ὅτι ἡ μία
πλευρά μιᾶς διαμάχης ἐνεργεῖ ἔλλογα (ἆρα ἔχει ἐξ ἀντικειμένου
δίκιο κι ὑπηρετεῖ τήν ἀλήθεια), ἀλλά ὅτι ὅλες οἱ πλευρές ἐνεργοῦν ἔλλογα,
γι' αὐτό ἔχει νόημα
ἡ μάχη, ὁ ἀγῶνας, καί
γι’ αὐτό ὁ νικητής ἐπιβραβεύεται
καί στέφεται. Ἄν θυμηθοῦμε τόν
περίφημο διάλογο Ἀθηναίων- Μηλίων στόν
Πελοποννησιακό Πόλεμο, θά ἀντιληφθοῦμε πώς ὁ
Θουκυδίδης δέν προσφέρει ἕτοιμη τροφή στόν ἀναγνώστη,
ἀλλά τόν
παρακινεῖ νά
τοποθετηθεῖ μόνος του, νά πάρει θέση μέ βάση τίς δικές
του ἑρμηνεῖες κι ὄχι τήν «ἐξ ἀποκαλύψεως»
ἀλήθεια,
πού ὀφείλει
δουλικά νά ἀσπασθεῖ.
Ὁ
Θουκυδίδης βάζει στό στόμα τοῦ Περικλέους τήν ὠμή
παραδοχή (γιά τή στάση τῶν Ἀθηναίων
πρός τήν Μῆλο):
«Ἴσως
μᾶς κατηγορήσουν ὅσοι
δέν θά ἔχουν καμμία φιλοδοξία, ἐνῶ
ἐκεῖνοι, πού θά θέλουν κάτι νά κατορθώσουν, θά μᾶς
ἔχουν γιά παράδειγμα. Κι ὅσοι
δέν θά μπορέσουν τίποτα νά ἀποκτήσουν θά μᾶς φθονοῦν. Ἄν τώρα μᾶς μισοῦν καί μᾶς θεωροῦν κακούς, τοῦτο εἶναι ὁ κοινός κλῆρος ὅλων ἐκείνων πού θέλησαν νά ἐξουσιάσουν
ἄλλους».
Ἑλληνισμός καί ἐξουσία
Γεννᾶται, ὅμως, τό ἐρώτημα: Πῶς ἕνας λαός,
ὅπως οἱ Ἕλληνες,
πού ὑμνεῖ κι ἀποθεώνει
τήν Ἐλευθερία,
δέχεται νά ἐξουσιάζει ἤ νά ἐξουσιάζεται;
Ὁ Αἰσχύλος
στόν Προμηθέα μᾶς δείχνει καθαρά ὅτι κάθε ἐξουσία,
στήν ἐνδελέχειά
της, εἶναι
πάντοτε κράτος καί βία. Ἀλλά ἡ
νομιμοποιημένη ἐξουσία προέρχεται αὐθεντικά ἀπό τή
βούληση τῶν πολλῶν καί μέ
αὐτή τήν
διάκριση κάνει γιά πρώτη φορά στήν Ἱστορία
τήν ἐμφάνισή
της στά σπάργανα ἡ Δημοκρατία, ἐπίσης ἐπινόηση
καί μέγιστο ἐπίτευγμα τῶν Ἑλλήνων.
Γι’ αὐτές τίς
στοιχειώδεις διακρίσεις τῆς ἐξουσίας
κάνει λόγο ὁ Δρακόπουλος, πού παρατηρεῖ: «Ἄμοιροι ἐντελῶς αὐτῶν τῶν στοιχειωδῶν διακρίσεων κάποιοι ἀρνητές
τοῦ ἐθνικισμοῦ κατέταξαν τόν Μεγαλέξανδρο μεταξύ τῶν
μεγάλων σφαγέων τῆς ἱστορίας. Δέν ἔχει νά πεῖ κανείς καί πολλά στήν ἀκρισία
ἐκείνη πού θαρρεῖ
ὅτι ὁ Ναπολέων καί ὁ Τζένγκις Χάν διέφεραν μεταξύ τους μόνον κατά
τό ὅτι ὁ ἕνας ἐκινήθη πρός Ἀνατολάς κι ὁ ἄλλος πρός τήν Δύση».
Ἐπίλογος
«Εἶναι, πράγματι, ἀδύνατο νά
’χεις ἰδιοπροσωπία
χωρίς μοναδικότητα», γράφει ὁ Δρακόπουλος καί καταλήγει: «Ὁ Ὅμηρος κι ὁ Αἰσχύλος μᾶς μεταφέρουν
ἐμπειρίες ἡφαιστειακῶν συγκρούσεων
ἀπό τίς ὁποῖες γεννήθηκε
κι ἀνδρώθηκε ἔνδοξος ὁ Ἑλληνισμός
μέ ὅλως ἰδιαίτερο πνεῦμα καί πολιτισμό,
πού στάθηκε μήτρα πολλῶν ἀκόμη, χωρίς
νά ἔχει χρησιμοποιηθεῖ κανένα ἀπό τά ὄπλα τοῦ Εὐριπίδη. Ἐπίσης, εἶναι ἀδύνατο νά
ἔχεις
μακρά ἱστορία
καί διιστορική πολιτιστική προσφορά χωρίς πεποίθηση σέ κάποια ἰδιαίτερη ἀποστολή
τοῦ ἔθνους
σου. Ἀλλά ἱστορία
σημαίνει ἐπιμειξία, στήν καλύτερη περίπτωση ἡ ἐπιμειξία
σημαίνει ἀφομοίωση. Ὁ
ρατσισμός εἶναι ἀνιστόρητος
παραλογισμός, ἀκόμα καί γιά τούς ἀπομονωμένους
ἀπό τόν
κόσμο Ἐσκιμώους.
Ἐξ ἄλλου, ἕνα ἰσχυρό ἔθνος δέν ἐνδιαφέρεται
γιά τήν καθαρότητα τῆς φυλῆς του ἀλλά γιά
τή διαύγεια τῶν Ἀξιῶν του καί
τό λαμπρόν φάος τοῦ πολιτισμοῦ πού
δημιουργεῖ. Ὁ ἐθνικισμός
εἶναι «χρήσιμος» μόνο σέ σάπια κόκκαλα, σέ ἔθνη ἀνίκανα κι
ἀνίσχυρα,
σέ ἔθνη πού
ζοῦν περίοδο
κατάρρευσης καί διάλυσης. Εἶναι ὁμολογία
χρεωκοπίας ἑνός ἔθνους.
Δέν εἶναι
διόλου ὑποχρεωτική
ἡ μετάβαση
ἀπό τήν αὐτοσυνειδησία
τοῦ Ὁμήρου
στόν ἐθνικισμό
τοῦ Εὐριπίδη. Εἶναι, ὅμως, ἀμφίβολο ἄν τό
κήρυγμα τοῦ Εὐριπίδη θά
ἀκουγόταν ἀπό μιάν Ἀθήνα εὔρωστη, μέ
ἰσχυρές
τίς δημιουργικές δυνάμεις. Ἀλλά ἡ Ἀθήνα τῆς
δημοκρατίας εἶχε ἀντικατασταθεῖ ἀπό τήν Ἀθήνα τοῦ κυνισμοῦ, τῆς ἀνατροπῆς τῶν ἀξιῶν, πού
θεμελίωσαν τό μεγαλεῖό της. Ὁ λόγος τοῦ Εὐριπίδη εἶναι τό
ποιητικότατο, τό ὑπέροχο ἐγχειρίδιο
πού ἡ Ἀθήνα
μπήγει στήν καρδιά της, ὅταν ἔπαψε πιά
νά εἶναι Μάνα
Πολιτισμοῦ.
Ἡ Ἀθήνα ὡς «Μάνα Πολιτισμοῦ»
κι ὁ Εὐριπίδης
Τήν Ἀθηναϊκή Ἡγεμονία
-πού ἀσφαλῶς δέν ἦταν μόνο
στρατιωτική, ἦταν κυρίως πολιτισμική - ἀνέδειξε ὁ «ἀτάλαντος
Εὐριπίδης»,
ὅπως ἀπεκάλεσε ὁ Ἀριστοφάνης
τόν μεγάλο τραγικό ποιητή. Ὁ Εὐριπίδης
παρακάμπτει τόν ἀθηνοκεντρισμό κι εἰσαγάγει ἕναν
σαφέστατα ἐπιθετικό, ἀμιγῶς ἀθηναϊκὸ,
πατριωτισμό, ὅταν διατυπώνει ὅτι ὑπάρχει
μία φυλή - ἡ ἀθηναϊκή -
πού εἶναι ὑπέρτερη,
μέ τήν ἔννοια τῆς ἠθικῆς ἀνωτερότητος,
πού εἶχε
συνεισφέρει νωρίτερα ὁ Σοφοκλῆς. Στήν
τραγωδία του «Ἐρεχθέας» ὁ Εὐριπίδης
σημειώνει:
«Δέν εἶναι φερμένος ἀπό ἀλλοῦ ὁ λαός
μας. Σέ αὐτά τά χώματα φυτρώσαμε. Στίς ἄλλες ὅμως
πόλεις, τίς χτισμένες ὅπου τύχει κι ὅπως
λάχει, ἕνας λαός
μετά τόν ἄλλον πάει καί μένει. Κι ὅποιος ἀπό ἄλλη πόλη
σέ ἄλλη πάει
νά μείνει, σάν μάνταλο παράταιρο στήν πόρτα καρφωμένο στά λόγια εἶναι
πολίτης, μά στά ἔργα ξένος».
Κι αἰῶνες ἀργότερα, ὁ
πατριάρχης τοῦ γερμανικοῦ
πολιτισμοῦ, ὁ
Βόλφγκανγκ Γκαῖτε, θά γράψει στό δεύτερο μέρος τοῦ «Φάουστ»
του γιά τόν «δευτεράντζα», τόν «ἀτάλαντο»,
κατά Ἀριστοφάνη:
«Μά ἔχει
βγάλει κανένα ἔθνος τοῦ κόσμου
ποιητήν ἄξιο νά
κρατήσει τίς παντόφλες τοῦ Εὐριπίδη;»
Επιμέλεια- Ανάρτηση: Αλέκος Ι. Βαλάσκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."