Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

ΠΑΡΕΑ ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΩΝ - ΔΕΚΑΕΤΙΑ 1960 ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΚΟΥΡΕΙΟ ΤΟΥ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΡΕΒΒΑ ..


 Από αριστερά πρός τα δεξιά: Νίκος Αθ Βαλάσκας- Σπύρος Λιάπης- Μόρφω Αντωνίου-  Ευστάθιος Ρέββας (κουρέας),Αθανάσιος Κονταξής (τσαγκάρης),Σκορδάς Αντ Αντωνίου, Ευσταθία Παπαθανασίου (σύζ. Ευσταθίου Ρέββα)- Μόρφω Τσατήρα - Αγνωστη 

 Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι γνήσιοι άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου που, χωρίς να το ξέρουν, κουβαλούν μέσα τους την πείρα και τη σοφία ενός ολόκληρου πολιτισμού, του λαϊκού μας πολιτισμού. Ενός πολιτισμού, που εμείς οι «πολύξεροι», «γραμματιζούμενοι» και τεχνοκράτες θέλουμε να ξεχάσουμε και οδηγούμαστε σε δρόμους που ούτε και εμείς ξέρουμε πού θα μας οδηγήσουν, επηρεασμένοι από τον σύγχρονο τρόπο ζωής και πολιτισμό που μας επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση, η νέα τάξη και το πρότυπο της σύγχρονης ευδαιμονίας.


ΑΡΧΕΙΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΑΓΑΛΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΝΟΟΥ -ΔΕΛΦΟΙ 1894

 


O Αντίνοος ήταν ένας νέος εξαιρετικής ομορφιάς καταγόμενος από την Βιθυνία, που υπήρξε σύντροφος του αυτοκράτορα Αδριανού. Πνίγηκε στα νερά του Νείλου, με την πεποίθηση ότι η θυσία του αυτή θα βοηθούσε στο να παραταθεί η ζωή του προστάτη του. Συντετριμμένος από το θάνατο του Αντίνοου, ο Αδριανός που ήταν ένθερμος οπαδός της κλασικής ελληνικής αρχαιότητας αλλά και ευεργέτης πολλών ελληνικών ιερών και πόλεων, μεταξύ αυτών και του ιερού των Δελφών, διέταξε να στηθούν αγάλματα του όμορφου μα άτυχου νέου, που τόσο είχε αγαπήσει, σε όλα τα ιερά και τις πόλεις, σε κάθε γωνιά της αυτοκρατορίας του. Διέταξε ακόμη την καθιέρωση διεξαγωγής αγώνων προς τιμήν του Αντίνοου που από τότε δοξάστηκε και λατρεύτηκε σαν θεός. Έτσι, το άγαλμα του Αντίνοου στήθηκε και στο ιερό των Δελφών, μετά τον θάνατό του, το 130 μ.Χ., αποτελώντας ένα από τα ωραιότερα και εντυπωσιακότερα λατρευτικά αγάλματα.

Το άγαλμα

Ανακάλυψη του αγάλματος το 1894

Το 1894, κατά τη διάρκεια ανασκαφών στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, το άγαλμα του Αντίνοου βρέθηκε όρθιο επάνω στο βάθρο του, δίπλα στον τοίχο ενός πλίνθινου δωματίου, κοντά στον ναό του Απόλλωνα. Από τα ρωμαϊκά νομίσματα που κόπηκαν προς τιμήν του Αντίνοου, προέρχεται η πληροφορία πως το άγαλμα συνοδευόταν από το προσωνύμιο «προπυλαίος», η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αρχικά είχε τοποθετηθεί στην είσοδο του ιερού.

Αργότερα, αφού υπέστη φθορά και έσπασε στο σημείο του γόνατου, χρειάστηκε να μεταφερθεί πιο κοντά στον ναό του Απόλλωνα, σε ένα είδος παρεκκλησιού, όπου και βρέθηκε ύστερα από ανασκαφές, σε σχετικά καλή κατάσταση. Τα εξιδανικευμένα χαρακτηριστικά του καθώς και η έντονη στίλβωση της μαρμάρινης επιδερμίδας του με λάδι (η οποία το βοήθησε να διασωθεί λαμπερό και καλοδιατηρημένο), είναι ενδεικτικά της εποχής του Αδριανού.[2]

 

Πηγή Βικιπαίδεια 

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2020

ΣΤΟ ΜΑΓΑΖΙ ΤΟΥ ΔΟΚΙΜΟΥ -ΔΕΚΑΕΤΙΑ 1960

 

Στο μαγαζί του Κώστα Παπαδήμα (Δόκιμος)

Από Αριστερά Μπούμπα Δημητροκάλη ( η αδελφή των Μανώλη και Νίκου Γκλέζου)- Χρήστος Πάντος και  Μάρω

Ο Δημοφιλής Τραγουδιστής Γιάννης Πάριος- Μαρία Τσατήρα-Γιάννης Τσατήρας (ο δικός μας Πάριος)- Γιώργος Νηστικούλης.

Καθήμενοι: Αργύρης Παπαργυρόπουλος- Ηλίας Θάνος (Γούλας) -Κώστας Κορτσέλης - Αγνωστος

 

ΑΡΧΕΙΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2020

ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΟΡΑ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ ΣΗΜΕΡΑ 26.9.2020

 




ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ '' Η ΕΣΤΙΑ

   Σήμερα ετοιμάζονται οι πετιμεζοκατασκευές  για την αυριανή  διάθεσή τους ( Κυριακή  27/9/20  , 10 πμ    με 3  μμ)  στην πλατεία  των Αγίων Ταξιαρχών .







ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΡΙΟ ΡΟΥΧΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ..

 


ΑΡΧΕΙΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

ΔΙΑΓΟΡΑΣ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ 1976-1967

 

1976: Ορθιοι απο αριστερά: Κονταξής Γιάννης- Κότσιας Αλέκος- Λιάπης Θόδωρος- Μουτσιανάς Χρήστος- Καραχάλιος Σπύρος- Μουτσιανάς Γιώργος

Καθήμενοι: Δεληγιάννης Λουκάς-Καραχρήστος Πάνος-Κούσουλας Γιάννης-Ανάγνος Γιώργος- Πλατιάς Λουκάς.


1967: Κότσιας Γεώργιος(Πρόεδρος) - Παπαθανασίου Θανάσης- Σοφιανός Δημήτρης- Κότσιας Γεώργιος - Κότσιας Νικόλαος- Καραχάλιος Θόδωρος- Στρωτός Θανάσης- Τσιπούγιας Σταμάτης(προπονητής)

Μουτσιανάς Χρήστος- Θάνος Λάμπρος- Καραχρήστος Τάκης- Θάνος Ιωάννης- Γεωργούσης Θύμιος 

 

ΑΡΧΕΙΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ


Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ “Η ΕΣΤΙΑ”


 Ο Σύλλογος Γυναικών Πολυδρόσου η "ΕΣΤΙΑ" , στα πλαίσια της καθιερωμένης ετήσιας γιορτής πετιμεζιού, την ερχόμενη Κυριακή 27/9/2020 και από ώρα 10.00΄έως 15.00΄ διοργανώνει στην Πλατεία Πάρκου Αγίων Ταξιαρχών Πολυδρόσου, ημερίδα πώλησης του παραγόμενου φετινού προϊόντος.

Λόγω των μέτρων που ισχύουν για την αντιμετώπιση του COVID19, δεν θα παρατεθούν εδέσματα με μουσική σε καθήμενους παρευρισκομένους, ούτε θα επιτραπεί φαινόμενο συγχρωτισμού.. Η διάθεση θα γίνει με την μέθοδο του TAKE AWAY (πάρε και φύγε) ή DELIVERY κατόπιν τηλεφωνικής παραγγελίας.(τηλ 6932508625).για μεγάλες ποσότητες.
Παρακαλούμε κάθε ενδιαφερόμενο να αγοράσει τα προϊόντα μας.

ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΧΕΙ ΑΝΕΚΔΟΤΑ - ΤΑ ΜΠΛΑΚ ΕΝΤ ΝΤΕΚΕΡ- Ο ΜΠΡΟΦ... Γράφει ο Γιώργος Δρίβας του Αθανασίου

 


1.  ΤΑ ΜΠΛΑΚ ΕΝΤ ΝΤΕΚΕΡ. 

 Όλοι οι Σουβαλιώτες ξέρουμε τον συμπαθέστατο Θανάση Ανάγνου, που του έχουν κολλήσει  ( να με συμπαθάει κιόλας ) το παρατσούκλι Πίλες.

Ο Θανάσης λοιπόν, γνωστών δημοκρατικών φρονημάτων, όταν έγινε η μεταπολίτευση και αργότερα η πρώτη κυβέρνηση  ΠΑΣΟΚ,  αναθάρρησε και είπε το εξής σπαρταριστό στον Παναγιώτη Κότσια ( κουρέα ), που ήταν αρχηγός των ΤΕΑ.

--Λοιπόν μπάρμπα Παναγιώτη, έμαθες ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου, κατάργησε  τα  ΤΕΑ;

Γι’ αυτό  λοιπόν, να μου φέρεις όλα τα όπλα, γιατί η κυβέρνηση θα τα κάνει μπλάκ εντ ντέκερ να δουλεύει η εργατιά!

Ο Παναγιώτης γέλασε βέβαια, αλλά το κατάπιε…

2. Ο ΜΠΡΟΦ.  

 Με το ψευδώνυμο Μπρόφ, υπηρέτησε στον ΕΛΑΣ, ο Νίκος Κουγιάτσος από το Δαδί. Μάλιστα, έχω διαβάσει, ότι στη μάχη που έγινε στο χάνι Νικολούλα εναντίον των Γερμανών, διέπρεψε σαν οπλοπολυβολητής.

Όταν πέρασαν οι ‘’καταστάσεις’’, ο  κυρ Νίκος που ήταν γεωργός, πήγε να πουλήσει τα φασολάκια του στη Σουβάλα.

Μπάρμπα Νίκο, καλά είναι τα φασολάκια σου, αλλά τα έχεις ακριβά, του είπαν οι Σουβαλιώτες.

Εγώ,  απάντησε ο Μπρόφ,  αγωνίστηκα να τα τρώτε τσάμπα, αλλά εσείς θέλατε να τα πληρώνετε…. 

Κάποτε, στο Δαδί, τον ρώτησα: δηλαδή τώρα εσύ μπάρμπα Νίκο είσαι αριστερός;  

Και μου απαντά: άκουσε Γιώργο, και να ξεβρακωθώ μέσα στην πλατεία και να λέω ότι είμαι  ‘δεξιός’ κανένας δε θα με πιστέψει!

 

Δύσκολα χρόνια ..



                                                   Από το βιβλίο μια Σουβαλιώτισα θυμάται

                                                          Αφήγηση: Αγγέλω Φ. Σταματίου.

 

Λέω τα παλιά και δεν με πιστεύουν ούτε οι αγγόνες μου. Έμεινα 11 χρονών ορφανή από μάνα. Πάαινα στα πρόβατα  κι ο πατέρας μου στα χωράφια. Εγώ η Λουκία τ’Βοριά, η Μαρία τα’ Ραχάτ, η Μάρθα του Τυροβόλη πααίναμε ούλες αντάμα σιαπέρα στα πρόβατα. Αυτές ήταν της παντρειάς και άμα πέθαινε κανένας με στέλναμε εμένα που ήμανε μικρότερη στο νεκροταφείο  να πάρω  κανένα ψυχούδι και στάρι να φάμε. Οι άλλες ντεπόντανε, ήφερνα 5-6 ψυχούδια, ήφερνα στάρι.

Έκανα μοναχή μ΄χωράφι με τα ζα. Νύχτα ποτίζαμε, νύχτα ξεκινάγαμε στα πράματα, ολούθε ήμασταν μπροστά οι γυναίκες. Δεν είχαμε στασιό. Οι άντρες τις είχανε τις γυναίκες, με συγχωράς για την κουβέντα , ως είδος γμάρες. Καβαλίκευαν οι περισσότεροι άντρες το μουλάρι και πααίνανε μπροστά καβάλα , η γυναίκα από κοντά με τα ποδάρια και φορτωμένη το παιδί. Δεν τις υπολογίζαμε τις γυναίκες. Γεννάγανε και πααίνανε στο χωράφι. Η αδερφή μου γέννησε την Παγωνίτσα την Τετάρτη και το Σάββατο σκάλιζε βαμβάκι στη Σπηλιά. Μ’ έστειλε η μάνα μ’ να της πάω  ψωμοτύρι. Σεργιάνισα στον Καψορώνη, στο Κούτσουρο όσο να τη βρω. Η συχωρεμένη κάθησε καταγής κι το πάαινε κατ’ αματσάλιστο, τριών μερών λεχώνα.  Η Φσυκομαρίγια γέννησε στις Ασβεσταριές, πριν τα Γουναρέικα, η Ασήμω του Γιάννη τ’ Αντώνη στου Μουτσάρα. Πόσες λεχώνες πεθάνανε!  Κάνανε παιδιά και δε λέγανε πως θα μεγαλώσουμε νηστικά και ξυπόλυτα.

Τον καιρό που έγινε το κατάστημα ήμασταν στο Καρκαβέλι, είχαμε στρούγκες, όλα τα Αναγνόπουλα του Χρήστου του Ανάγνου και του Βέλλιου τα παιδιά. Είχαμε  μια τραμπάλα μέσα στη λάκκα, τόσα τα γμαράγκαθα κι εμείς τραμπαλιζόμαστε ξυπόλητα. Λέει ο  Νικολάκης ο Ανάγνος, ωραίο το κατάστημα, βάλανε φώτα, μαζώχτηκε ούλη η γούρνα. Εμείς τα παιδιά ξεσκώθκαμε.

-          «Να πάμε κι εμείς;»   

-          «Αϊ σύρτε και ταχιά να ρθείτε πίσω».

Ξυπόλητα, άπλυτα, κανιά δεκαπενταριά παιδιά φύβγαμε π’δώντας σα ζαρκάδια και κατευθείαν στο κατάστημα. Πως πήγαμε; Κάθομαι κάμποσες βολές και σκέφτομαι, τόσο δα να είχα απ’ αυτά πόχω τώρα! Τα χωράφια πάνω στο βουνό δεν ήταν μονοκόμματα να μπει το ζευγάρι μέσα, ήταν βραϊούλες –βραϊούλες και κάναμε δανεικαριά, σήμερα στο δικό μ’ αύριο  στο δικό σ’ και σκαλίζαμε με τα κασμάδια, να βάλουμε φασούλια, πατάτες, αραβοσίτι.

Περπατώντας πααίναμε στον Ορχομενό, φορτωμένες καρβέλια με μπομπότα, το ψωμί το τρέμαμε τότε. Μια βολά ο Λιάς ο Κοπανάκης ήρθε με τα ποδάρια απ’ το Μώλο φορτωμένος 50 οκάδες στάρι! Ο Σταύρος ο Κυρίτσης είχε ένα παλιοαυτοκίνητο και μπαίναμε μέσα κανιά εικοσαριά άτομα να πάμε να μαζέψουμε βαμπάκι στον Ορχομενό και στην Μάνεση. Κάθε λίγο σταμάταγε και κατεβαίναμε και σκουντάγαμε. Φτώχεια μεγάλη.

Ήμανε 32 χρονών όταν έχασα τον άντρα μου, δώδεκα χρόνια παντρεμένοι και έμεινα με δυο μικρά παιδιά 11 και 8 χρονών. Τα κλάματα πόκανα εκεί που σεργιάναγα να δουλέψω! Δεν είχε 20 μέρες ο Φώτης και πάαινα στο Κεφαλόβρυσο φορτωμένη τον κασμά ι ένα κομμάτι ψωμί. Άνοιγα γούρνες κι έβαζα κλαριά. Τι γούρνες ν’ ανοίξω , τις γιόμιζα δάκρυα. Δούλευα όλη τη μέρα. Σηκωνόμουνα νύχτα να πάω στο Κεφαλόβρυσο να φορτώσω ξύλα κι ερχόμανε κι ο ήλιος δεν είχε βαρέσει ακόμα στην Αγόριανη. Δεν είχα τι να βάλω στο στόμα μου για να ματαξεκινήσω. Τη νύχτα λίγος ύπνος. Κούραση και τι να φάμε;  Αλογάριαζα. Πέρασα πολλά κι εγώ κι ο άλλος ο κόσμος.

Ζωή ήταν αυτή;  Πες μου στο θεό σου. Ζωή δεν ήτανε, αλλά και τι να κάνουμε. Είχαμε παρέα με τη Θυμιά τ’ Κασσαβέτη και την Ασήμω τ’ Βέλλιου. Δεν ξεχωρίζαμε. Κόβαμε με τη κόφτρα και τη βαριά ξύλα και τα φέρναμε στη πλάτη μέχρι τα ζα. Τρέμανε τα ποδάρια μας δω- κει μεσ’ τα βράχια. Κουβαλάγαμε άμμο από τη Φρουξλιά με χιόνι και βροχή για τα τσιμεντάβλακα. Στασιό δεν είχα. Ένα φουστάνι ερχότανε γυροβολιά, έπεφτε.

Το κορίτσι μου τόπαιρνα μαζί από 11 χρονών, πλάτη με πλάτη στη δουλειά, θερίζαμε στους Δαδιώτες απ’ το πρωί ως το βράδυ. Τη νύχτα με τη λάμπα το κορίτσι κένταγε κι εγώ έπλεκα μιτάρια. Άλλο φως δεν φαινότανε στο χωριό. Χαϊβάνι ο Θανάσης δούλευε στο δρόμο για την πάνω Σουβάλα. Τιμωρία.

Τα παιδιά τα πααίνανε στου Δραγάν’ για παραθέρ’. Θέριζα μια βολά στου Δραγάν’ με το φεγγάρι. Δεν σκιαζόμαστε. Την άλλη μέρα  το πρωί έφκιασα δώδεκα δεμάτια, τα πάταγα στο γόνατο και τα ‘δενα. Φόρτωνα δυο ζα μαζί και το παιδί τα πάαινε στ’ αλώνι του γέρου – Μέλτου. Εκεί αλωνίζαμε τα πανωχωρίσια. Άμα πέσνε, τόλεγα, να μην κλαίς άστα. Μικρό παιδί, τι να σου κάνει. Μόλις γύριζε ξαναφόρτωνα, πίσω κάτω να ξεφορτώσει.

Μια βολά είχα ξερά κουκιά. Τάβαλα να φουσκώσνε να τα βράσω. Το κορίτσι πείναγε κι άρχισε να τρώει, τόπιασε η κοιλιά του. Τι  τάθελες μάνα τα κουκιά, φώναζε ο Θανάσης. Έκανε μετό, την τσόλιασα τη φόρτωσα στα καπούλια και κατ’ στο χωριό. Ζωή χαρισάμενη. Τα σκέφτομαι άμα ξυπνάω τη νύχτα αυτά κι άλλα πολλά. Πως βγήκαμε πέρα;

Ήμουνα νιος και φόραγα σκλαρίκια

Κι αν πέσανε τα σκλαρίκια

Οι τρούπες μείνανε.

 

 

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΙΣΕΣ ΣΤΟΝ ΟΡΧΟΜΕΝΟ -ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΜΒΑΚΙΟΥ


1955. Σουβαλιώτισσες εργάτριες στη συλλογή βαμβακιού στον κάμπο της Κωπαΐδας στον Ορχομενό.
 Όρθιες από αριστερά: Ευθυμία Χρ. Κοπανάκη, Αθανασία Γ. Πλατή, Γεωργία Αργ. Μουλαρά - Αδαμάκου, Τίτσα Βοργιά - Τζιβάρα.
Καθιστές από αριστερά: Γεωργία Δ. Μουλαρά - Κυρίτση, Ασημίνα Χρ. Κοπανάκη - Τζιβάρα, άγνωστη από τον Έξαρχο Φθιώτιδας