Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

ΟΤΑΝ ΗΜΟΥΝ ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΣΤΗ ΒΑΡΓΙΑΝΗ 1962-1965.



                                   


Απόσπασμα από  την αυτοβιογραφία  του Δασκάλου  Θανάση Σβίγκου

                               Η Βάργιανη, Φωκίδας και οι Γιαγιάδες μας.
                                     
                                      ΣΤΗ ΒΑΡΓΙΑΝΗ (1962-1965)

Ο Γιάννης Κορομπίλης (Γυφτόγιαννος) ήταν  άνθρωπος εργατικός ,φιλότιμος,φιλόξενος ,αυστηρός με την οικογένεια του ,τίμιος και λίγο ιδιόρυθμος.Έπρεπε να τον πηγαίνεις με τα νερά του και γινόταν θυσία για τους  άλλους.Εγώ τα πήγαινα καλά μαζί του.Μου’λεγε τα οικογενειακά του , με ρώταγε και με άκουγε. Είχα τα παιδιά του στο σχολείο.

Βάρα τα Δάσκαλε ,θέλω να μάθουν γράμματα, μου’λεγε πάντα. Με είχε φιλοξενήσει στο σπίτι του και η Μίτσα με τη γυναίκα του είχαν γίνει φίλες. Έρχεται ένα πρωί καταστενοχωρημένος και μου λέει: Δάσκαλε , μου Έφαγαν δυο προβατίνες και τρία αρνιά δεν ξέρω ποιος. Είχες με κανέναν διαφορές ;  τον ρώτησα.

Με κανέναν μου λέει.Μήπως σου έφυγαν από το σταύλο και έχουν πάει σε κανένα κοπάδι; Έψαξα όλα τα κοπάδια και δεν τα βρήκα.Καλά μη στεναχωριέσαι ,θα βρεθούν.Θα το πούμε στην εκκλησία την Κυριακή,και θα δούμε τι θα γίνει.Έφυγε καταστεναχωρημένος.Τις νύκτες δεν τον κόλαγε ύπνος και γύριζε από δω και από κεί σε διάφορα στέκια μήπως ανακαλύψει κάτι.Ένα πρωί ,χαράματα έρχεται σπίτι και μου λέει:

ΜΕ ΒΕΛΓΟΥΣ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ ΣΤΗ ΣΤΡΟΥΓΚΑ -ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ - ΒΡΩΜΟΠΗΓΑΔΟ 1980

ΘΑΝΟΣ ΛΟΥΚΑΣ(ΚΑΡΑΘΑΝΟΣ) - ΡΙΖΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ(ΜΠΟΤΗΣ)- ΜΟΥΤΣΙΑΝΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ- ΑΡΓΥΡΙΟΥ ΘΑΝΑΣΗΣ (ΓΕΡΟΣ)  - ΡΙΖΟΥ ΤΟΥΛΑ- ΜΟΥΤΣΙΑΝΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ- ΜΟΥΤΣΙΑΝΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ- ΘΑΝΟΣ(ΚΑΡΑΘΑΝΟΣ) ΗΛΙΑΣ-  ΜΟΥΤΣΙΑΝΑ-ΘΑΝΟΥ ΑΣΤΕΡΩ- ΘΑΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ-ΓΙΡΓΟΥ(ΚΑΡΑΘΑΝΟΥ)

ΑΝΑΜΕΣΑ ΤΟΥΣ  ΒΕΛΓΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ


Αρχείο  Ρίζου Τούλα



 Λίγα λόγια γιά τη στρούγκα

Δύο , τρεις ή  και περισσότεροι αρμεχτάδες . Χρειάζονται κι άλλοι , που θα οδηγούν τα γαλάρια στους αρμεχτάδες .Να μην τ' αφήνουν να ξεκόβει το ένα σιαδώ και τ' άλλο σιακεί , να τα βάνουν στη  σειρά για να μπορέσουν  να τα αρμέξουν.

Αυτή η ανάγκη έκανε τον τσοπάνη  να φτιάξει τη  σ τ ρ ο ύ γ κα 
Οι τσοπάνηδες , λίγο πέρα απ' το κονάκι τους , σε μέρος που να είναι λάκκα , χτίζουν  ένα στρογγυλό τοίχο συνήθως,  ή όπως βόλευε ο τόπος. Ο τοίχος ήταν φτιαγμένος  από πέτρες, που στο χωριό μας είχε μπόλικες.

Σε  ύψος περίπου ένα μέτρο, ίσως λίγο ψιλότερο όταν είχαν και  γίδια.
Όταν είχαν λίγα ζώα, έφτιαχναν τη στρούγκα με ένα άνοιγμα για  είσοδο και έξοδο.
Βάζανε τα ζώα μέσα και ο τσοπάνης τα άρμεγε ένα- ένα ( τσαγκδέικα) . Επειδή αυτά ήταν λίγα και εκείνος  τα γνώριζε καλύτερα και από τα παιδιά του, καθώς περνούσε τις περισσότερες ώρες μαζί τους, ήταν πολύ δύσκολο να ξεχάσει κάποιο.       
Όταν τα ζώα ήταν πολλά, η στρούγκα είχε δύο ανοίγματα. Το πίσω για να μπαίνουν τα ζώα , που οδηγούσαν αυτοί που θα τα  (κένταγαν) και το μπροστινό που γινόταν το άρμεγμα.
Το μπροστινό μέρος το έλεγαν  ΄΄στρογκόλυθο΄΄. Έβαζαν κάτω,  στο έξω μέρος από το άνοιγμα, μία  ή δύο στρογγυλές πέτρες. Αυτά ήταν τα σκαμνιά που καθόταν οι αρμεχτάδες. Μπορούσε να αρμέγει ένας, ή και δύο, ο ένας από εδώ, ο άλλος από έκει.
Αν η στρούγκα είχε μπροστά δύο στρογκόλιθα, μπορούσαν να αρμέγουν και τέσσερεις.


 Πηγή : Πολιτιστικός Σύλλογος Βρουβιανων < ο Αγιος Ιωάννης>


Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

ΟΤΑΝ ΗΜΟΥΝ ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΣΤΗ ΒΑΡΓΙΑΝΗ 1962-1965


                                   





                       Η Βάργιανη, Φωκίδας και οι Γιαγιάδες μας.

                                     

                                      ΣΤΗ ΒΑΡΓΙΑΝΗ (1962-1965)

Απόσπασμα από  την αυτοβιογραφία  του Δασκάλου  Θανάση Σβίγκου


Με την έναρξη του σχολικού έτους 1962-1963 πήγα στη Βάργιανη. Εκεί, τον περισσότερο καιρό ήμουν με τη Μίτσα και τα παιδιά. Είχαμε αποκτήσει και το δεύτερο γιό μας  τον Άγγελο.

Μέναμε σ’ ένα σπίτι δίπλα στην εκκλησία. Είχε σανίδια κάτω με μεγάλες φυράδες και όταν φύσαγε, θυμάμαι, η κουρελού που είχε στρώσει η Μίτσα ανεβοκατέβαινε κάνοντας  θόρυβο. Όταν είχε χιονοθύελλα, το χιόνι ερχόταν μέσα από τα παράθυρα γιατί δεν εφάρμοζαν καλά.

Το μεγαλύτερο διάστημα έμεινα μόνος μου εκεί. Κατέβαινα το Σάββατο απόγευμα στο χωριό. Έβλεπα το λεωφορείο   <51> από το χωριό και με τα πόδια κατέβαινα  τον κατήφορο και το προλάβαινα στη στάση.

Τη Δευτέρα πρωί-πρωί με το λεωφορείο στις 5 πήγαινα Γραβιά και στη συνέχεια στη στάση για τη Βάργιανη. Στις 8 ήμουν εκεί. Χτυπούσα την καμπάνα και άρχιζα το μάθημα. Κάθισα στη Βάργιανη τρία χρόνια.


Να και μερικά περιστατικά από τη Βάργιανη.





Ήταν 14 Νοεμβρίου , τα γενέθλια του Κώστα ,του γιού μου, και ταυτόχρονα αποκριές, γιατί αυτή είναι η τελευταία μέρα πριν τη νηστεία των Χριστουγέννων. Το βραδάκι , χωρίς να τους περιμένω έρχονται πάνω στο χωριό ο μπάρμπα Μάκης, αδελφός του πατέρα μου , ο Γιάννης και ο Κώστας Βαλάσκας. Χάρηκα που μου ήρθαν ν’ αποκρέψουμε μαζί. Καθίσαμε να πιούμε ένα κρασί στο μαγαζί του Βασίλη και του Γιώργου Ζαγκλαρά. Ο Βασίλης είχε σφάξει ένα αρνί. Είχε τη σόμπα που έκαιγε , βγάζαμε από κει κάρβουνα, τα ρίχναμε σ’ένα τενεκέ σαν ψησταριά, κόβαμε κρέας και το ψήναμε. Μαζί μας ήρθαν και κάθισαν 3-4 ακόμη. Θυμάμαι ήρθε ο Νίκος ο Μανίκας, ο Κοκολόγος ο αγροφύλακας, ο Πιτιχούτης και ένας ακόμη , νομίζω ο Παλιοκώστας .Αρχίσαμε το φαγοπότι, Βάλαμε και το πικάπ και το ρίξαμε στο χορό. Να ψήσιμο στα κάρβουνα , να κρασί με τα νεροπότηρα σταυρωτά γλέντι είχε ανάψει για τα καλά. Κατά τις 2-3 τη νύκτα ,ο Κώστας ο Βαλάσκας φεύγει για το σπίτι. Η  Μίτσα είχε στο σπίτι τα μικρά , το τζάκι έκαιγε. Χτυπάει την πόρτα , μπαίνει μέσα και λέει στη Μίτσα να του φτιάξει καφέ, γιατί δεν  ένιωθε καλά. Η Μίτσα έβαλε το μπρίκι στη παραστιά, αυτός ακούμπησε το κεφάλι του πάνω στο τζάκι και λέει στη Μίτσα:

Σάββατο 27 Ιουνίου 2020

Η ΡΟΥΓΑ...

Λιάμτσια Μαρία- Αδρύμης Γιώργος - Λιάμτσιας Αθανάσιος- Τυροβόλης Νίκος- Σκουρογιάννης Γιάννης- Μουλαράς Δημήτρης- Μουλαράς Επαμεινώνδας - Δεληγιάννης Παναγιώτης- Χαλβατζής  Αριστείδης.

Φώτο  Δαούτη Φρόσω


Συχνά το απόγευμα ,τραβώντας  για την καθιερωμένη <<παρουσία>> στον πλάτανο, όπου απ το απομεσήμερο ακόμα το ΄χουν στρώσει οι άλλοι,στη δροσιά ή στην κουφόβραση και δεν είναι σωστό να λείψει κανένας μας τις μέρες που παρεπιδημούμε,(μη μας παρεξηγήσουν),εγώ αντί να πάω κατευθείαν, περνάω λίγο απ΄την καναπίτσα πρώτα,τη ρούγα στο σταυροδρόμι της γιαγιάς μου,που δεν έπαψε να λειτουργεί σαράντα χρόνια που τη θυμάμαι!

Οι δρόμοι τσιμεντοστρώθηκαν, τα τροχοφόρα που πλήθυναν, θα σκοτώσουν,φοβούμαι ,καμιά ώρα κανέναν εδώ,οι παλιοί γερόντοι χάθηκαν ως τον τελευταίο,φεύγει τώρα και η άλλη γενεά , η ρούγα όμως εκεί.Κάθε μέρα , χειμώνα καλοκαίρι,φτάνει ,να μην βρέχει μονάχα, την ορισμένη ώρα,λίγο μετά το μεσημεριανό,όλο και κάποιοι θα βρίσκονται εκεί- στο τυπικό ερώτημα τι (κάνετε θειά),η απάντηση είναι συνήθως αυτή ( βρισκόμαστε παιδακι  μ΄)- θα βρίσκονται  λοιπόν εκεί , στις μόνιμες πέτρες ακουμπισμένες στις μάντρες, και στα σκαμνιά που αραδιάζει ο θειός μου πλάι στην αυλόπορτα- μισάνοικτη πάντα στην πλακοστρωμένη αυλή με τα μερακλίδικα λουλούδια-θα βρίσκονται στη δική τους αγορά, κάμποσες γυναίκες της γειτονιάς και γερόντοι.Νά η αγορά μας , λένε και ξαναλένε τη λέξη. 

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020

Ο ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ ΤΥΡΟΚΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΟΥΒΑΛΑΣ..

Φώτο Γιάννη Κούσουλα του Ευσταθίου



Ο Μακαρίτης ο Παναγιώτης Πάντος     ή  Κογιότας, σπουδαίος τυροκόμος ήταν γείτονάς μου, κι εγώ αγόραζα το περίφημο γιαούρτι του.  Με ρώτησε  κάποτε όταν εγώ ήμουν μικρός:
-Γιώργο, ξέρεις από πού πήρε τ’ όνομά της η φέτα Παρνασσού;
-Γιατί βγαίνει στον Παρνασσό, απάντησα εγώ.
-Στον Παρνασσό βέβαια βγαίνει αλλά άκου:  εμείς οι Κογιοταίοι μαζεύαμε όλα τα τυριά των τσοπάνηδων, που τα είχουν μέσα σε βαρέλια κι αυτά τα έβαζαν σε σπηλιές εκεί ψηλά στον Παρνασσό , για συντήρηση. Τέτοιες σπηλιές είναι του Γενίτσαρη το πηγάδι, η Ασκητότρυπα και άλλες. Τα τυριά τα παρασκεύαζαν οι τσοπάνηδες της αλπικής ζώνης του Παρνασσού, από Σουβάλα, Δίστομο, Αράχωβα και Δαδί.  Εμείς κατ’ εντολήν του Μήτσου του Ρέτσα, ( γαμπρός της Σουβάλας, που είχε παντρευτεί τη Χρυσούλα Αδαμοπούλου) τα βάζαμε λοιπόν σε φορτηγά αυτοκίνητα και δύο φορές το χρόνο  τα κατεβάζαμε στην Αθήνα, στο παντοπωλείο του Ρέτσα, που ήταν στο Κολωνάκι. Αυτός τα  πλήρωνε αδρά.  Αυτό το παντοπωλείο ήταν φημισμένο  (τότε δεν υπήρχαν σούπερ μάρκετ ) και ψώνιζε όλη η ελίτ και η αριστοκρατία του Κολωνακίου. Μεταξύ των άλλων ήταν πολύ διάσημοι πελάτες και πολιτικοί όπως ο Γ. Παπανδρέου, ο Π. Κανελλόπουλος  κ. ά.
-Μα τί καλό τυρί είναι αυτό κύριε Δημήτρη;
-Είναι από τον Παρνασσό, που βόσκουν τα πρόβατα βότανα.
- Αυτό δεν είναι τυρί, είναι φάρμακο!
 Έτσι λοιπόν καθιερώθηκε η φέτα Παρνασσού.

Απόσπασμα απο την Ιστορία( Φέτα Παρνασσού) του Γιώργου Δρίβα
που Δημοσιεύτηκε στην Ιστοσελίδα μας τον Απρίλιο του 2020.

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2020

Η ΖΩΗ ΣΤΗ ΣΟΥΒΑΛΑ ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ..

                                                 ΜΑΡΙΑ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΒΛΑΧΟΥ  1969

 Αναδημοσίευση Από Εφημερίδα Παρνασσός

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟ ΠΑΛΙΑ..


Παναγιώτου Λουκάς(Ούζος)- Λιάπης Σπύρος- Τοπάλης Θανάσης
Σβίγγος Θανάσης -Τσαρμακλής Χρήστος-Βαλάσκας Γιάννης 

Αρχείο Κούσουλα Γιάννη του Ευσταθίου



Τετάρτη 24 Ιουνίου 2020

ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ . "Ο μεγαλύτερος ευεργέτης της φυλής μας κατά τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη".




                                                 
"Γ"

"Εστάθη ο μεγαλύτερος ευεργέτης της φυλής μας. Το μελάνι του θα είναι πολύτιμο ενώπιον του Θεού, όσο το αίμα του άγιο", είχε πει για εκείνον ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.  Ο ιστορικός δε  Ιωάννης  Κορδάτος  ονόμασε τον  Θούριο  του Ρήγα "Παμβαλκανικό εμβατήριο".
Στις 24 Ιουνίου του  1798  ο  Ρήγας Φεραίος μαζί με επτά συντρόφους του , οδηγούνται σε φρικτό τέλος διά στραγγαλισμού , ύστερα από  βασανιστήρια στο Βελιγράδι .  Ο Ρήγας Φεραίος ή  Αντώνης Κυριαζής ή Ρήγας Βελεστινλής γεννήθηκε το 1757 στο  Βελεστίνο  Μαγνησίας. Ο παπάς του Βελεστίνου γίνεται ο πρώτος του δάσκαλος. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί πολύ σκληρά και απάνθρωπα  και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολού θείου του Σπύρου Ζήρα.
Στη συνέχεια φιλοξενείται  στο Βατοπέδι του  Αγίου Όρους και ακολούθως πάει για σπουδές στην
Κων/πολη  με τη βοήθεια του Πρέσβη της Ρωσίας  , στο σπίτι το οποίου γνωρίζει  τον Αλέξανδρο
Υψηλάντη . Όταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης πάει στο Ιάσιο , για να ονομασθεί ηγεμόνας της Μολδαβίας , ο Ρήγας που έχει σπουδάσει την Γαλλική και Γερμανική  γλώσσα τον ακολουθεί.



Μετά τον  Ρωσοτουρκικό πόλεμο ,  καταφεύγει στη Βιέννη για να συνεχίσει εκεί την επαναστατική του δράση. Το 1790  που φθάνει στη Βιέννη τυπώνει τα δύο πρώτα του βιβλία: Το "Σχολείο των ντελικάτων εραστών" και το "Φυσικής Απάνθισμα"  (σε αυτό το βιβλίο περιλαμβάνεται και η φράση "Όποιος ελεύθερα συλλογάται,  συλλογάται καλά").  Ωστόσο, η επαναστατική του δράση θα ξεκινήσει ουσιαστικά το 1796. Τότε εκδίδει μια σειρά από Χάρτες, μεταξύ των οποίων και η Χάρτα της Ελλάδος έναν  μνημειώδη για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΡΗΓΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΛΑΙΕΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΚΛΑΣΣΙΚΑ εικονογραφημένα".


                                                  

Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Ο ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 1894 ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ


Στις 27 Απριλίου 1894, σημειώθηκε ο καταστρεπτικότερος σεισμός για την περιοχή μας, από συστάσεως του νέου Ελληνικού Κράτους. Ήταν εντάσεως 7,2 της Κλίμακας Richter και είχε επίκεντρο την περιοχή της Αταλάντης.



Επιφανειακό τμήμα του «Ρήγματος της Αταλάντης», αριστερά της ΝΕΟΑΛ στην Αρκίτσα.


Ο φοβερός σεισμός ισοπέδωσε όλη την ανατολική Λοκρίδα και προκάλεσε το θάνατο 253 ανθρώπων. Έγινε αισθητός σε ολόκληρη την Ελλάδα και οι καταστροφικές του συνέπειες είναι ακόμη ορατές και σήμερα στην παραθαλάσσια περιοχή «Παλιομάγαζα», νοτίως της Σκάλας Αταλάντης.

Ο σεισμός  όμως, είχε και επιπτώσεις  στην ευρύτερη περιοχή της κεντρικής Στερεάς και κυρίως πάνω στον νοητό άξονα από τον Μώλο του Ευβοϊκού μέχρι τη Δομβραίνα του Κορινθιακού κόλπου. Στην περιοχή μας, δεν ιστορείται απώλεια ανθρώπινης ζωής, καθότι τα σπίτια της εποχής ήταν κυρίως ισόγεια και άριστα δομημένα πάνω σε στέρεο έδαφος. (Στον σεισμό που προηγήθηκε την 1 Αυγούστου του 1870, ο τύπος της εποχής κάνει λόγο για εκτεταμένες ζημιές και τραυματίες στη Άνω Σουβάλα, χωρίς άλλες μεταβολές.)   Για τον σεισμό του 1894 ο καθηγητής Παπαζάχος στο έργο του «Σεισμοί της Ελλάδος» 2003, υποσημειώνει: «Η νέα ισχυρότατη δόνηση είχε πολλά δευτερογενή φαινόμενα. (Καταστροφή σπηλαίων, αποξήρανση ή γένεση νέων πηγών, κατολισθήσεις, παλιρροιακά κύματα κλπ).»                                                                                                                                           Τρία ανεξίτηλα σημάδια γεωλογικών μεταβολών μας κατέλειπε στην περιοχή μας ο σεισμός του 1894, τα οποία μέχρι σήμερα προκαλούν το ενδιαφέρον και το θαυμασμό, χωρίς η προέλευσή τους να είναι ευρέως γνωστή.

1.      Προκάλεσε εκτεταμένες κατολισθήσεις στις πλαγιές του Παρνασσού πάνω από την Άνω Σουβάλα, οι οποίες συμπαρέσυραν και κατέστρεψαν όσα κτίσματα ευρίσκονταν εκεί, κατακλύζοντας με χωμάτινους όγκους την περιοχή της Κυργιάς.

Πρακτικές γιατρειές και γιατροσόφια..




Από το βιβλίο μια Σουβαλιώτισσα θυμάται : « Αφήγηση Γιργού Δ.Θάνου»


Είμαι η Γιργού του Δήμου  Γούλα, η γερο-Γούλαινα που λένε. Η πεθερά μου ήταν πρακτική μαμή. Αδελφός της πεθεράς μου ήταν ο Παπαναστάσης, ο παπάς που ήξερε πολλά, ήταν σα γιατρός. Και ο αδελφός του ο γερο Κώστας ήξερε. Ο παπάς ήταν καλόγερος σε μοναστήρι κι ύστερα γίνηκε παπάς. Τον διέταξε ο ηγούμενος και τούπε, παιδάκι μ’ δε θέλω να γένεις σαν κι εμένα, είμαστε σιαπέρα παλιοκηφήνες, εσύ θα φύγεις απ’ το μοναστήρι, θε νάχεις την ευχή μου, να παντρευτείς. Είχε μάθει όμως πολλά στο μοναστήρι για τα κόκκαλα και τα χορτάρια.

Κυριακή 21 Ιουνίου 2020

Ο ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ‘’ΤΣΑΪ ΤΟΥ’’




Όπως είναι γνωστό το τσάι του Παρνασσού, είναι το καλύτερο όλων.  Έχει λεπτή υφή και αξεπέραστη μοσχομυρισιά… 

Έχω μαζέψει τσάι και στη Γκιώνα, αλλά εκείνο είναι πιο χοντρόφυλλο και λίγο κατώτερο στο άρωμα.
Άρχισα να συλλέγω τσάι με το μακαρίτη τώρα Θόδωρο Κονταξή από ηλικία δεκαεπτά ετών. 
Ακόμα και πάνω από το μοναστήρι της Δαύλειας φτάσαμε στην αλπική ζώνη, για τσάι ανθισμένο. 
Ο γέρο Θόδωρος  μου ΄λεγε, πως το τσάι είναι καλύτερα να το κόψεις πριν ανθίσει για να μη χάσει την ουσία του… δεν ξέρω αν ευσταθεί αυτό.
Ο Παρνασσός έχει δύο είδη τσαγιού, το ξανθό και το μαύρο της Λιάκουρας που γίνεται τον Αύγουστο.  Φυσιολογικά το τσάι γίνεται περί τα τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου. Αυτό εξαρτάται από τις κλιματολογικές συνθήκες, π.χ. αν έβρεξε, αν έκανε κρύο κτλ.
Ο γεωπόνος Ζαχαρόπουλος το τσάι το ονομάζει ‘’σιδηρόχορτο’’ λόγω του σιδήρου που περιέχει, αλλά και η επιστημονική του ονομασία είναι sideritis.

Στο Παντοπωλείο του Αθανασίου Καραχρήστου 1941-1942..

Στο Παντοπωλείο του Αθανασίου Καραχρήστου μετέπειτα 
Λουκά Καραχρήστου και Σήμερα  Γιώργου Καραχρήστου.

Πάνω σειρά από Αριστερά: Γατσίνος Θανάσης ,Θάνος Παναγιώτης, Καραχρήστος Λουκάς,Λαγός Παναγιώτης,Λαγός Αθανάσιος,Βαλάσκας Ιωάννης.
Καθισμένοι: Ανάγνος Αναστάσιος,Τζιβάρας Δημήτριος,Δρίβας Αριστείδης.

 Απ’ τις παλιές φωτογραφίες πια όλα γύρω έχουν αλλάξει.
Tα χούγια μας μονάχα μείναν ίδια.
Τα σώματα, τα σπίτια έχουν ρημάξει.


Φώτο Βαλάσκα Ιωάννη
Αναδημοσίευση Από Εφημερίδα Παρνασσός Ιούνιος 2001

Σάββατο 20 Ιουνίου 2020

Από τη Σουβάλα στον Καναδά...




Από το βιβλίο μια Σουβαλιώτισσα Θυμάται: «Αφήγηση Ασήμω Α.Σβίγκου»



Είμαι η Ασήμω Αδάμ (Μάκη) Σβίγκου. Τον είπανε Μάκη για να ξεχωρίσει από τον Αδάμ τον Παναή. Χαράλαμπος και Λουκία Χρήστου Λεγόντουσαν οι γονείς μου και είχα αδερφό τον Μήτσο που ήταν φιλόλογος καθηγητής.

 Ο πατέρας μου σκοτώθηκε στον πόλεμο του 12 κοντά στα σύνορα  με τη Βουλγαρία. Είχε πάει στην Αμερική, αλλά γύρισε για να πάει στον πόλεμο. Ήταν τραυματιοφορέας και όπως μας είπανε, όταν πήγε να σηκώσει τον τραυματισμένο διοικητή του ένας όλμος τους σκότωσε κα τους δυο. Ήταν η ώρα που χτύπαγε η σάλπιγγα για ανακωχή.

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

'Ενας ήταν στο Μάτσο..

                                                      ΙΩΑΝΝΗΣ  ΘΑΝΟΣ (ΚΑΡΑΠΑΣ)

Ήταν μετρίου αναστήματος άνθρωπος, φορώντας το τραγιασκάκι του, περιεφέρετο στην αγορά, ήσυχος όλη την ημέρα. Επάγγελμά του ήταν να ξανασέρνει τα κεραμίδια στις σκεπές.
Όταν δούλευε, γουλιά κρασί δεν έβαζε στο στόμα του. Αλλά το βραδάκι με ένα – δυο  ποτηράκια μεταμορφωνόταν σε γίγαντα.
Ποιος είδε το Θεό και δεν φοβήθηκε…
Φοβερές ατάκες έβγαιναν από το στόμα του. Όπως ‘’παραμεράτε ρε γιατί περνάει ο γιος της αστραπής, της βροντούς και της καραποσταθούς’’!   ‘’Εγώ είμαι παλικάρι του ’12 πολεμιστής, δωδεκαετής’’   ‘’Στήθεια μάρμαρα’’ και ξεκούμπωνε το πουκάμισό του λέγοντας ‘’αμάλια, Παρνασσός’’, ‘’Άρατα  πήρατα’’ και άλλα τέτοια…

Αρχείο Γιάννη Κούσουλα του Ευσταθίου

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020

ΟΙΚΙΑ ΙΑΤΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΡΙΒΑ






Τοπογραφία και Ιστορία.

Στη Δυτική είσοδο του Πολυδρόσου και στη διασταύρωση της σύγχρονης επαρχιακής οδού προς Λιλαία με τον παλιό οδικό άξονα που διέσχιζε κάθετα το χωριό και συνέδεε τον Παρνασσό με τον κάμπο, στέκεται ακόμη αγέρωχη και ακέραιη η έπαυλη του ιατρού Γεωργίου Δρίβα. Πρόκειται για πετρόχτιστο μεγαλοπρεπές οικοδόμημα, ανεγερθέν το 1910 για αποκλειστική στεγαστική οικιακή χρήση. Το λειτούργημά του ο ιατρός το εξασκούσε σε άλλο παρακείμενο, επίσης πετρόχτιστο, μικρό οίκημα στην ανατολική γωνία του οικοπέδου, ορατό και σήμερα.

Το κτήριο είναι χτισμένο πάνω σε σχέδια Γάλλων μηχανικών που εργάστηκαν στην κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής και της σήραγγας του Μπράλου. Ο Γεώργιος Δρίβας υπήρξε ιατρός τόσο των μηχανικών, όσο και όλου του εργοταξίου κατά τη διάρκεια των εργασιών διάνοιξης. (1904). Οι τοίχοι του ισογείου, μέχρι το ύψος του πρώτου ορόφου, αποτελούνται από άριστα κατεργασμένη εμφανή και ογκώδη Παρνασσιώτικη πελεκητή πέτρα. Από το επίπεδο του πατώματος και άνω,


οι τοίχοι είναι επιχρισμένοι με μαρμαροκονίαμα ώστε να διαγράφονται πέριξ των θυρών και των παραθύρων αρχιτεκτονικές κορνίζες χρώματος λευκού, σε αντίθεση με το σύνολο του υπόλοιπου επιχρίσματος που έχει αναμειχθεί με ώχρα. Οι νεοκλασσικές αυτές αρχιτεκτονικές όψεις συμπληρώνονται από λευκή περιτένεια που διατρέχει όλη την εξωτερική περίμετρο ακριβώς κάτω από το κρηπίδωμα της στέγης

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΑΙΡΟΥ..


ΓΑΤΖΟΓΙΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑ


Αρχείο Κούσουλα Γιάννη  του Ευσταθίου

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ ΤΑΞΙΤΖΗΔΕΣ..


             

     ΣΤΟ ΤΑΞΙ ΤΟY ΘΑΝΑΣΗ ΠΑΠΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ (ΜΠΑΤΙΡΗ) ΑΡΓΥΡΗΣ ΠΑΠΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΟ ΤΙΜΟΝΙ ΟΡΘΙΟΙ  ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΑΓΝΟΣ

Γράφει ο Γιώργος Δρίβας

Τέσσερα ήταν τα παλιά ταξί  της Σουβάλας και πέντε οι ταξιτζήδες, (σωφέρ τους λέγαμε).  Ο Χρήστος Τοπάλης, Ο Θανάσης Παπαργυρόπουλος, ο Κώστας Ανάγνου και οι αδελφοί Διαμαντώνη, ο Νίκος και ο Στάθης που δούλευαν το ίδιο ταξί.  Το τί τραβούσαν οι άνθρωποι με τους δρόμους και τα αυτοκίνητα εκείνης της εποχής δε λέγεται, μιλάμε για την δεκαετία του ’50 και μετά.  Κι όμως παρά τις δυσκολίες, τα έβγαζαν πέρα, εξυπηρετώντας το χωριό με το παραπάνω, κερδίζοντας τίμια το ψωμί τους και μεγαλώνοντας άξια τις οικογένειές τους.  Τότε υπήρχαν ελάχιστα αυτοκίνητα , οι ανάγκες μετακίνησης αρκετές, οπότε τα ταξί ήταν πολύ αναγκαία. Τα δρομολόγια ήταν συνήθως Σουβάλα – Δαδί ή στα γύρω χωριά και σπάνια Λαμία, Άμφισσα ή Αθήνα.  Οι  άδειες των ταξί ήταν ιδιοκτησία των γιατρών του χωριού, (Παναγιώτου, Χριστόπουλου) και οι σωφέρ δούλευαν με ποσοστά.
Δυό  λόγια θα πω για τον καθένα παρακάτω.

Να μην έρθει ο θεριστής, ο έρημος μήνας..


               
ΣΙΑΚΛΑΣ ΣΤΑΘΗΣ
Αφηγείται  η Ασήμω Ι Ανάγνου

Ξεκινάγαμε χαράματα βάζαμε δε βάζαμε μια χαψιά στο στόμα μας ,φορτώναμε τα δρεπάνια στα ζα, οι άντρες καβάλα και εμείς οι γυναίκες από κοντά.
Φοράγαμε μάλλινες φανέλες για τον ιδρώτα ,τα μανίκια μέχρι κάτω, βαμβακέλες πάνω από τα χοντρά μαντήλια στο κεφάλι.
Τις βαμβακέλες τις βγάζαμε στο χωράφι για μη λερωθούν και τις ξαναβάζαμε όταν γυρίζαμε στο χωριό.Φοράγαμε διπλές κάλτσες και χοντρά παπούτσια.
Αρχινάγαμε τον  όργο και έβουζε το δρεπάνι.Περισσότερο εμείς οι γυναίκες θερίζαμε, οι άντρες δένανε τα δεμάτια και φτιάχνανε τις θημωνιές ή τα κουβαλάγανε στ΄ αλώνια.

Τρίτη 16 Ιουνίου 2020