Η νύφη Βγενιά Κότσια διηγείται:
Ο άντρας μου μόλεγε, μην πας, θ’ αρρωστήσεις κι άμα αρρωστήσεις θα φύγεις από δω. Εμένα δε με πιάνει ο νόμος έλεγα, δε με κράταγες με τίποτα άμα ΄ρχότανε η Καθαρή Δευτέρα.
Μαζευόμασταν όλος ο μαχαλάς απ΄ τον Αϊ – Ταξιάρχη. Μαζεύαμε τα ρούχα, ένα νυφικό μ΄ τόδωκε η Αργυρή τ’ Αυγέρη μια φορά, και ντυνόμασταν.
Εγώ νύφη, γαμπρός ο Δήμος ο Βλάχος, παπάς ο ανηψιός μου ο Θόδωρος ο Βαλάσκας. Είχαμε και συμπεθεριό, μαντηλώματα, προικιά, κασόνια με λουλούδια. Πέταγα άσπρα φασόλια για κουφέτα.
Εγώ νύφη, γαμπρός ο Δήμος ο Βλάχος, παπάς ο ανηψιός μου ο Θόδωρος ο Βαλάσκας. Είχαμε και συμπεθεριό, μαντηλώματα, προικιά, κασόνια με λουλούδια. Πέταγα άσπρα φασόλια για κουφέτα.
Έστελνε ο Πρόεδρος τα όργανα και κατεβαίναμε στην πλατεία τραγουδώντας. Έφκιανα και συνταγές με χαζά και τα μοίραζα στα τραπέζια και με φιλεύανε.
Λέγαμε πολλά και γελάγαμε, χαιρότανε ο κόσμος:
Τις μεγάλες αποκριές σηκώνονται όλες ορθές
και το σαρανταήμερο κρέμονται σαν άντερο
Ο γάμος γινότανε μπροστά στην εκκλησία. Μια βολά ήμανε νύφη γκαστρωμένη και γέννησα στην πλατεία, να μας ζήσει φωνάζανε, είχαμε μια κούκλα, εγώ φώναζα «μαζέφτε το παιδί μ΄» κι ύστερα χορεύαμε, τρώγαμε, διασκεδάζαμε μέχρι βασίλεμα ηλιού.
Λέγαμε πολλά και γελάγαμε, χαιρότανε ο κόσμος:
Τις μεγάλες αποκριές σηκώνονται όλες ορθές
και το σαρανταήμερο κρέμονται σαν άντερο
Ο γάμος γινότανε μπροστά στην εκκλησία. Μια βολά ήμανε νύφη γκαστρωμένη και γέννησα στην πλατεία, να μας ζήσει φωνάζανε, είχαμε μια κούκλα, εγώ φώναζα «μαζέφτε το παιδί μ΄» κι ύστερα χορεύαμε, τρώγαμε, διασκεδάζαμε μέχρι βασίλεμα ηλιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."