Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ' όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά. Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της.
Το Βυζάντιο σε εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης, η οποία όμως ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούλης. Η ύπαρξη «Ενωτικών» και «Ανθενωτικών» δίχαζε τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε' για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς, προκειμένου να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.
Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία, προκαλώντας την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους και γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «Την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ' ημών η των αζύμων λατρεία».
Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.
Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς. Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Δραγάσης Παλαιολόγος (9 Φεβρουαρίου 1404 - 29 Μαΐου 1453)
ήταν ο τελευταίος βασιλεύων Βυζαντινός αυτοκράτορας.Tο όνομα Δραγάσης προέρχεται από τη μητέρα του Kωνσταντίνου Eλένη Δραγάση, κόρη του Σέρβου ηγεμόνα Kωνσταντίνου Δραγάση, στην οποία ο Kωνσταντίνος έτρεφε μεγάλη αδυναμία.
Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.
Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού. Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.
Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.
Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, 70 περίπου πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/articles/145#ixzz3bTPtYcNN
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήτον Ιανουάριο του 1919
ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΙΕΡΕΑ ΛΕΥΤΕΡΗ ΝΟΥΦΡΑΚΗ
Ένας γενναίος παπάς
Το όνομα Λευτέρης Νουφράκης ίσως να μην σας λέει κάτι, όμως αυτός ο πολύ σημαντικός άνθρωπος ήταν ένας τολμηρός ιερέας, οποίος τόλμησε και πραγματοποίησε κάτι που κανείς δεν πίστευε πως θα μπορούσε να συμβεί ξανά στην Αγία Σοφιά. Λειτούργησε την τελευταία ορθόδοξη λειτουργία, μέσα στο τζαμί-πλέον- της Αγίας Σοφιάς το 1919.
Ο παπά Νουφράκης γεννήθηκε το 1872 στους Αλώνες Ρεθύμνου της Κρήτη και έζησε μέχρι και το 1941. Το άρθρο της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ που ακολουθεί και δημοσιεύθηκε το 2009, περιγράφεται με λεπτομέρεια η ηρωική και τολμηρή πράξη του ιερέα, ο οποίος εν μέσω μιας Κωνσταντινούπολης γεμάτης εχθρικούς Τούρκους και ενώ η Αγία Σοφιά λειτουργούσε ακόμη ως τζαμί, λειτούργησε μέσα στο πάλαι πότε κέντρο της Ορθοδοξίας.
«Τον Ιανουάριο του 1919 δύο ελληνικές μεραρχίες που είχαν σταλεί στην εκστρατεία της Κριμαίας στάθμευσαν στην Κωνσταντινούπολη. Την εποχή εκείνη η Βασιλεύουσα βρισκόταν υπό «συμμαχική επικυριαρχία». Ο πατήρ Λευτέρης Νουφράκης υπηρετούσε στη Β’ ελληνική μεραρχία. Όπως εκμυστηρεύτηκε στους συντρόφους του ο Κρητικός ιερέας από τις Αλώνες Ρεθύμνου «τα όνειρά του ήταν να ακουστεί ο λόγος του Θεού και πάλι στην Αγία Σοφία». Την εποχή εκείνη η εκκλησία λειτουργούσε ως τζαμί και 4 άλλοι στρατιωτικοί Φραντζής, Λιαρομάτης, Σταματίου και Νικολάου επεσήμαναν στον ιερέα πως μια χριστιανική λειτουργία θα προκαλούσε τους Τούρκους,
Μπρος στην επιμονή του παπα-Λευτέρη οι τέσσερις άλλαξαν γνώμη. Με τη βοήθεια ενός Ρωμιού βαρκάρη κατέβηκαν από το πλοίο που μετέφερε τη μεραρχία τους και βρέθηκαν στην εκκλησία. Στον χώρο που βρισκόταν η Αγία Τράπεζα ο παπα-Λευτέρης τοποθέτησε ένα μικρό τραπεζάκι. Βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει τη λειτουργία με ψάλτη τον ταγματάρχη Λιαρομάτη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ο υπολοχαγός Νικολάου.
Η Αγιά Σοφιά
Η εκκλησία σιγά – σιγά γεμίζει από μουσουλμάνους που έχουν έρθει για τη δικής τους προσευχή. Όπως εκμυστηρεύτηκαν στη συνέχεια ορισμένοι από τους πρωταγωνιστές «οι Τούρκοι μας έβλεπαν χωρίς να ξέρουν πώς να αντιδράσουν αφού αυτό που συνέβαινε ήταν κάτι περισσότερο από απίστευτο για αυτούς». Οι 4 αξιωματικοί κοινωνούν και γίνεται η απόλυση. Κάποιοι από τους Τούρκους κινούνται εναντίον τους αλλά τους σταματάει ένας Τούρκος αξιωματικός που ζητάει από τους μουσουλμάνους να μην πειράξουν τους Έλληνες, διότι είναι μεγάλη αμαρτία αν χυθεί αίμα σε ιερό χώρο.
Οι Έλληνες τελικά κατάφεραν να διαφύγουν. Ακολούθησε έντονη διαμαρτυρία των συμμάχων στον Ελευθέριο Βενιζέλο για το συμβάν.»