Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021

Οι Μπανάνες...

    …ένα εύθυμο αφήγημα Σουβαλιώτικου λαογραφικού περιεχομένου με χρώμα & άρωμα Παρνασσού, γραμμένο από τον Γεωπόνο πρύτανη της αμπελουργίας & λογοτέχνη συγχωριανό μας Κώστα Κούσουλα.

     Να’ χα της Ζέλης το νερό /να’ χα της Αρτοτέντας                                                                               να’ χα και της Αρνόβρυσσης /που πίνουν οι λεβέντες                                                                         να πιω κι εγώ να δροσιστώ /ποτέ να μην πεθάνω!  

Του Κώστα Ι. Κούσουλα (1921-2018)

   Το ξέρετε δα. Γενικά, οι ποιητές και η λαϊκή μούσα, ποιητική άδεια κι αυτή, λένε υπερβολές. Όλοι οι τσομπάνηδες και οι ξωμερίτες του βουνού που ζούσαν στον Παρνασσό, το πίνανε, και όμως πεθάνανε όλοι!

   Τελικά μόνο ο γέρο Χρήστος ο Κολοκύθας, αυτός έζησε μέχρι τα 106! Και θα σας πω μερικά περιστατικά απ’ τη ζωή του, πως και τι έκανε αυτό το θρυλικό φαινόμενο μακροζωίας του χωριού μας. 

Γιατί καθώς λένε πως πέθανε εξαιτίας της κατοχής, όταν οι Ιταλοί του απαγορέψανε να μένει στο βουνό, θα ζούσε ακόμα δέκα χρόνια τουλάχιστον ή θα έφτανε και τα 120! 

Δίπλα στα Κολοκυθέϊκα μαντριά κάτω απ’ την βρύση της Ζέλης, κείνη την  εποχή, πριν τον πόλεμο, τα έχω κι’ όλας ξαναγράψει αυτά, είχαμε στεριώσει τις καλύβες μας από φτέρη και λατσούδια αρωματικά, καμιά δεκαριά αδελφοξαδέρφια με αρχηγό αυτής της κατασκήνωσης το πιο μεγάλο παιδί της συντροφιάς το μπάρμπα Γιάννη το Σκουρογιάννη ή Ζαρογιάννη. Μας συμμάζευε και μας φρόντιζε όπως η κλώσα τα κλωσόπουλα… Μας μαγείρευε κι όλας. 

Σπουδαία φαγητά που δεν υστερούσαν οποιασδήποτε νοικοκυράς. Αλλά εν τούτοις αυτό που φάγαμε μια φορά και το θυμάμαι ακόμα, ήτανε οι μπάμιες.Ήτανε να πείς λίγο ξυλωμένες, σποριάρες ας πούμε. Ε, μας τις στείλανε απ’ το χωριό, να τις πετάξεις; Αφού πρώτα μας ανέπτυξε με πειστικά λόγια πως οι μπάμιες είναι ευεργετικές, στον οργανισμό γιατί έχουν πολλές βιταμίνες και μαγνήσιο και μαζί είναι και ενεργετικές - γιατί έχουν λέει, ιξώδεις ουσίες - είχε διαβάσει κάτι φυλλάδες δικές μου απ’ τη σχολή - κι αφού οι ιξώδεις αυτές ενεργετικές ουσίες κατάλαβε ότι μας ήταν ίσως απωθητικές, τότε να δεις ανακάτεψε τις μπάμιες με το πιρούνι του και μας συνέστησε να κλείσουμε τα μάτια. 

Μας αντικατέστησε τα πιρούνια με κουτάλια και είπε:Εμπρός μαρς, βουτάτε τώρα απ’ ευθείας στο ψαχνό!

 Α, ρε, αθάνατο βουνό, να δεις όρεξη! Γλείψαμε, ακόμα και τον τέντζερη! Θα μου πείτε εσείς. Μα τρώγατε τόσοι άνθρωποι, ομαδικά; Όχι πάντοτε, αλλά μερικές φορές όταν είχαμε τέτοιο καλό φαΐ, και για δύο κυρίως σοβαρούς λόγους. Πρώτον, διότι ανέπτυσσε στους πιο μικρούς δημιουργικό ανταγωνισμό ανοίγοντάς τους την όρεξη καθώς τρώγανε με τους μεγάλους, και δεύτερον, γιατί είχαμε δώσει θερινή άδεια στην λαντζιέρα, τη γυναίκα που μας έπλενε με τις φτέρες να δεις τα πιάτα!  

Ο Μπαρμπαγιάννης όχι μόνο με τις μπάμιες, είχε ποικίλες κι άλλες ενδιαφέρουσες, κάθε φορά, εντυπωσιακές εμπνεύσεις. Το πρωί αίφνης για να ξυπνάμε όλοι μαζί γλυκά και ευχάριστα, είχε επινοήσει ένα είδος ξύλινο καμπανάκι που το συνόδευε τραγουδιστά με το προσκοπικό. Σηκωθείτε, σηκωθείτε εμπρός παιδιά μαρς!  Έβραζε το βουνίσιο αρωματικό τσάι στην κατσαρόλα και το μοίραζε αχνιστό στις κούπες μας, που υπεύθυνα τώρα να δεις ο καθένας μας την είχε καθαρή. 

Διάβασα κι εγώ στις σύγχρονες υγιεινές φυλλάδες που κυκλοφορούν για τη μακροζωία, πως το βουνίσιο αρωματικό τσάι ειδικά του Παρνασσού και του Ψηλορείτη της Κρήτης - εκεί το λένε μαλωτήρα - έχει πολλαπλές ευεργετικές ιδιότητες για το αναπνευστικό και το κυκλοφορικό μας σύστημα.Ανήκει στο γένος sideritis, αλλά η ωφελιμότητά του συμβαδίζει με το υψόμετρο. Προσοχή λοιπόν στις καμπίσιες απομιμήσεις προκειμένου να διαφυλάξουμε την υπεροχή μας των βουνών, ανθρώπων, φυτών και ζώων, μετά συγχωρήσεως! 

Τι ήταν πάλι τούτο που εμπνεύστηκε ξάφνου ο Μπαρμπαγιάννης;          

Ατενίζαμε όλοι μια μέρα θαυμαστικά τα έλατα έτσι όπως υψωνόντανε, μεγαλοπρεπή, περήφανα τέκνα των βουνών κι αυτά, στολισμένα αρμονικά σε συμμετρία άψογη με τα πανέμορφα και περίφημα ρουμπαλά τους, και είπε: Δεν μπορούσε άραγε τα έλατα μωρέ αντί για ρούμπαλα να κάνουνε - μπανάνες; 

Μπανάνες δεν είχαμε φάει κανένας μας ως τότε. Εγώ στις σπουδές μου που ήταν ακόμα στην αρχή, κάτι ήξερα γι’ αυτές και στα ράφια του πατέρα μου υπήρχαν λίγα μπουκάλια με λικέρ, σ’ ένα μπουκάλι που έγραφε μπανάνα.Είχα δοκιμάσει πίνοντας αλλά ιδιαίτερα δεν μ’ ενθουσίασε. 

Αυτή που ήταν ενθουσιασμένη, μ’ αυτό το γλικέρ! - έτσι το έλεγε - ήταν η γιαγιά Μαρίγια. 

Ερχόταν σκυφτά, όπως ήτανε σε μόνιμη σωματική κατάσταση σακατεμένη απ’ τη δουλειά τελικά, ανεβαίνοντας απ’ το μονοπατάκι, απ’ τα Κερεμτζέϊκα, πότε κρατώντας στη χούφτα της κανένα αυγό και πότε βλίτα ή άλλα λαχανικά, καθώς εμείς όπως είμασταν κλεισμένοι στην αγορά, δεν είχαμε άπλα για παρόμοια καλά.Ο πατέρας μου, της πρόσφερε μια φορά λικέρ - μπανάνα στο ποτηράκι. 

Της άρεσε και τη μάθαμε όλοι. Όταν ερχότανε της λέγαμε, θες τώρα γιαγιά μια μπανανούλα; Χαμογελούσε, έκανε τάχα όχι με το μακρύ, το τσακισμένο χέρι της, αλλά την κοπάναγε!  

Ωραία λοιπόν η έμπνευση και η ευχή του Μπάρμπα Γιάννη, και να δεις, πράγματι αρμονικά και επιβλητικά αντί τα άχρηστα ρούμπαλα, θα ταίριαζαν ίδια στα έλατα οι μπανάνες. Ώσπου ένα πρωί ξυπνάμε και τι να δούμε: ο μπροστινός μας έλατος, ναι, αντί για ρούμπαλα είχε βγάλει στα λατσούδια του αληθινές μπανάνες! 

Είχε μεσολαβήσει η γιορτή της Παναγίας, το δεκαπενταύγουστο και η παροικία μας δέχτηκε να φιλοξενήσει στο υπαίθριο ορεινό ξενοδοχείο της το μπατζανάκη του Μπαρμπαγιάννη που είχε παντρευτεί την Αθανασία του Κολοκύθα, τον Κώστα τον Αντωνίου, αυτό τον ψηλό και επιβλητικό με τα στριφτά μουστάκια.Ήτανε επόπτης - κάτι τέτοιο - στη λαχαναγορά της Αθήνας. Ψηλός - ψηλός αρειμάνιος και παιχνιδιάρης, του αρέσανε κι αυτουνού τ’ αστεία. Κουβάλησε να δεις μαζί του απ’ την Αθήνα μια αρμαθιά μπανάνες και τη νύχτα οι δυο τους με το Μπάρμπα Γιάννη, στολίσανε μ’ αυτές τον έλατο!  Ύστερα απ’ τη χαρούμενη πρωινή έκπληξη, επακολούθησε το ξεστόλισμα και η δοκιμή. Μαζί μας, δοκίμασε τη μπανάνα και ο Γέρο Χρήστος. Ο ίδιος είχε λάβει ξεχωριστά κείνες τις μέρες σαν δώρο ένα τράστο με σταφύλια, άσπρα -μαύρα, κρασοστάφυλα. Τα έβαλε κάτω το πρωί, κοντά εννιά η ώρα, όπως τα πήρε και ως το μεσημέρι, να δεις, δεν είχε μείνει τίποτα, ούτε τα τσαμπιά! 

Ήταν ήδη εκατό χρονών και τα δόντια του, τ’ ακούγαμε που λειώνανε κρατς - κρατς και τα κουκούτσια απ’ τα σταφύλια! Είχε προηγηθεί από μέρους του κείνες τις μέρες πάλι το φαΐ μιας ολόκληρης προβατίνας που είχε ζαστανωθεί και τσακίστηκε στα Γούπατα. Του δώσαμε κι αυτουνού μια μπανάνα. Του δείξαμε και πώς να την ξεφλουδίσει απ’ το φλούδι της.Όπως ήταν μαλακιά και δεν την πιάναν τα δόντια του, απογοητεύθηκε. Είπε: Άει, ρε και ‘σεις, λέρωσα τα δόντια μου, αυτό το πράμα είναι για φαφούτηδες! Σαν το κοψίδι ρε καλύτερο δεν έχει! 

Πάει, λέει, κι’ ο Γιώργης ο δισεγγονός του, ο γιος του Λουκά, έφυγε, ήταν δεν ήταν πενήντα χρονών. Τον θυμάμαι τον Γιώργο μικρός με την αδελφούλα του τη Μάρθα, και τα δύο παιδιά γερά, σα λυκόπουλα! Ανάμεσα σε μας και στην καλύβα τους, είχε τότε ένα δρομάκι με θαφτές μεγάλες πέτρες που πάνω τους κάνανε τερνέκι οι ασπροκώλες. Ο Γιώργος είχε στήσει ένα μαγγάνι για να πιάσει μια ασπροκώλα και η Μαρθούλα την πρόγγιξε καθώς εκείνος φώναζε: αχ! μη μωρέ Μάρθα, μη περνάς από  κει θα μου προγγίξεις την ασπροκώλα!  Ο θείος του ο Κώστας, για να μην κλαίει, του έδωσε τότε μια μπανάνα παραπάνω!


Σημείωμα Διαχειριστού  Ιστολογίου:

   Επειδή ο συγγραφέας αυτού του εξαίρετου αφηγήματος εξιστορεί πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν κάπου στο τέλος της 10ετίας του ’30 αρχές της δεκαετίας του ’40 στη μαγευτική τοποθεσία του δικού μας Παρνασσού, τη Ζέλι, όπου έριχνε στρούγκα η ποιμενική οικογένεια των Κολοκυθαίων με πατριάρχη τον γέρο- Χρήστο,  θεωρήσαμε σκόπιμο, ανατρέχοντας στο Γενεαλόγιο των κατοίκων του χωριού μας που διατηρούμε στο Αρχείο του Συλλόγου μας, να μεταφέρουμε εδώ, και εν είδει μνημοσύνου, για πολλούς εκ των προγόνων των σημερινών οικογενειών Κολοκύθα, το γενεαλόγιο τους που ίσως & κάποιοι εκ των νεότερων Κολοκυθαίων θα αγνοούν.

Αρχίζοντας βέβαια από το πρώτο & “μυθικό”, για εμάς σήμερα, πρόσωπο που αναφέρεται στο αφήγημα τον γέρο Χρήστο Κολοκύθα.

            


   Επιμέλεια- Ανάρτηση: Αλέκος Ι. Βαλάσκας

    

                        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."