Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΕΣ - Τα Δεκεμβριανά του 1944 & η Μάχη στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη

 



                

          

  

Του Αλέκου Ι. Βαλάσκα *

 

 


     Υιοθετώντας τη ρήση ότι : “ Έθνη που ξεχνάνε την ιστορία τους είναι καταδικασμένα να την ξαναζήσουν ”, θεωρούμε εθνικό μας καθήκον όχι μόνο να αναδεικνύουμε τα ιστορικά γεγονότα, χάριν των οποίων διασφαλίσθηκε η ελευθερία , η δημοκρατία & η ακεραιότητα της χώρας μας, αλλά & να αποδίδουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής σε εκείνους που θυσιάστηκαν για τα ακατάλυτα αυτά ιδανικά.......

  Πριν όμως αναφερθούμε αναλυτικά στο σημερινό μας θέμα , θεωρούμε αναγκαίο να παραθέσουμε επιγραμματικά εν είδει Προοιμίου κάποια ιστορικά στοιχεία σχετικά με τα συμβάντα εκείνης της εποχής και κυρίως της περιόδου πριν το Δεκέμβριο του 1944 . Τούτο δε καθίσταται επιβεβλημένο αφού πλείστοι εκ των επισκεπτών του ιστολογίου του Συλλόγου μας και των αναγνωστών μας είναι νέοι στην ηλικία , δεν έζησαν αλλά, δυστυχώς, και δεν εδιδάχθησαν πολλές από τις σελίδες της ιστορίας μας της περιόδου εκείνης . Επομένως, είναι ανάγκη για τους νεότερους να διευκρινίσουμε και για τους ωριμότερους να θυμίσουμε ποια είναι τα γεγονότα του Δεκέμβρη 1944, που κυοφορούνταν, βέβαια, πολύ πριν.

 

    Όταν άρχισε για τη χώρα μας (στα πλαίσια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, 1939-45) η Κατοχή από Γερμανούς - Βουλγάρους – Ιταλούς (από τον Απρίλιο 1941 ως το Νοέμβριο 1944), διαμορφώθηκαν σύντομα διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις:     

 

    Αυτές ήταν η ΠΕΑΝ (Πανελλήνια Ένωση Αγωνιζομένων Νέων), το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), ο ΕΔΕΣ (Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος), η ΕΚΚΑ (Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση) .  Από αυτές:      Η πρώτη (η ΠΕΑΝ) οργάνωσε το Σεπτέμβριο του 1942 μια πολύ τολμηρή και σε αποτελέσματα πολύ εντυπωσιακή ανατίναξη στο κέντρο της Αθήνας εις βάρος της οργάνωσης Ε.Σ.Π.Ο. Κάποια προδοσία οδήγησε τους Γερμανούς σε σύλληψη των πρωτεργατών αυτής της αντιστασιακής πράξης και την εξόντωσή τους.

   Οι επόμενες δυο (το ΕΑΜ και ο ΕΔΕΣ) οργάνωσαν συστηματικά αντιστασιακές δυνάμεις, το ΕΑΜ σε όλη σχεδόν την επικράτεια και ο ΕΔΕΣ κυρίως στην Ήπειρο.Και έδρασαν κατά των κατακτητών, κυριότατα των Γερμανών, από το 1942 ως την ώρα της αποχώρησης των κατακτητών, τον Οκτώβρη – Νοέμβρη του 1944 .    Η τελευταία οργάνωση, η ΕΚΚΑ, υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Δ. Ψαρρού, έδρασε στην Κεντρική Στερεά Ελλάδα ως τον Απρίλιο του 1944 ως 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων , όταν στις 16/4 μετά από επίθεση ένοπλων ομάδων του ΕΛΑΣ (που ήταν η ένοπλη έκφραση του ΕΑΜ) διαλύθηκε φονευθέντων ή εκτελεσθέντων όλων των ανδρών του και κατακρεουργηθέντος του Συνταγματάρχου Ψαρρού .

 

    Δεν έχουμε πρόθεση να γράψουμε εδώ αναλυτικά για την ένοπλη αντιστασιακή δράση των δυο μεγάλων αντιστασιακών οργανώσεων (ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ), γιατί άλλος είναι ο στόχος μας με τούτο το άρθρο (όπως φαίνεται και στον τίτλο του).

 

    Δεν μπορούμε όμως να μην αναφερθούμε σε ένα σημαντικό , για την πρόσκαιρη Ενιαία τότε Εθνική Αντίσταση , γεγονός που έλαβε χώρα τη νύχτα της 25 προς 26 Νοεμβρίου του 1942 με ενωμένες τις δυνάμεις των δυο αυτών αντιστασιακών οργανώσεων (περί τους 120 άνδρες του ΕΛΑΣ και περί τους 60 του ΕΔΕΣ) και μια ομάδα Βρετανών με εκρηκτικές ύλες που ανατίναξαν τη γέφυρα του Γοργοπόταμου (σε μικρή απόσταση νοτιοδυτικά της Λαμίας). Σκοπός τους ήταν να διακόψουν έτσι τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Αθήνας και να δυσκολέψουν την προώθηση στρατιωτικού προσωπικού και πολεμικού υλικού προς τη Νότια Ελλάδα, από όπου Γερμανοί στρατιώτες και στρατιωτικό υλικό προωθούνταν στη Β. Αφρική, όπου ο Ρόμελ πολεμούσε εναντίον των Άγγλων και άλλων συμμαχικών δυνάμεων (Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων εθελοντών) .

    Η συνεργασία αυτή των οργανώσεων ΕΑΜ / ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ δεν έμελε όμως να κρατήσει για πολύ . Διαταράχτηκε κατά το 1943 και εξελίχτηκε σε ανοιχτή σύγκρουση τον Δεκέμβριο του 1944 .

    Τους λόγους, τις αιτίες & τους πρωταγωνιστές που έπαιξαν ρόλο σε αυτή την ανοιχτή πλέον πρώτη εμφύλια σύγκρουση και μάλιστα πριν καλά –καλά αποχωρίσει ο Γερμανός κατακτητής δεν είναι της παρούσης να αναλύσουμε πλήρως .        

                                                     

    Μπορούμε όμως στη βάση του τίτλου του άρθρου μας να επιχειρήσουμε μια απάντηση παραθέτοντας τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Αθήνα κυρίως κατά τον Δεκέμβριο του 1944 και που στην ουσία ήταν η απαρχή μιας μαύρης και καταστροφικής, για τη χώρα, περιόδου (με κορύφωσή της την τριετία 1946-1949) αφού ήταν ο αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος .  Εκείνος λοιπόν, ο ούτε και πολύ μακρινός μας, Δεκέμβριος του 1944 ήταν ο μήνας που για κάποιους χαρακτηρίστηκε “Κόκκινος Δεκέμβρης” για άλλους “ Μεγάλος Δεκέμβρης ” και για κάποιους τρίτους “Επανάσταση” . 

     Όποιον χαρακτηρισμό και αν υιοθετήσουμε δεν έχει ιδιαίτερη σημασία .  Σημασία έχει ότι αυτός ο Δεκέμβρης ήταν ο Δεκέμβρης των 17.000 και πλέον νεκρών και τραυματιών και έτσι ο χαρακτηρισμός που θα του ταίριαζε νομίζουμε πως θα ήταν“Ο Μαύρος Δεκέμβρης ” 

     Με τον όρο λοιπόν “Δεκεμβριανά” αναφέρoνται στη σύγχρονη ελληνική ιστορία μία σειρά ένοπλων συγκρούσεων που έλαβαν χώρα στην Αθήνα το Δεκέμβριο 1944 έως τον Ιανουάριο 1945, ανάμεσα στις δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και τις Βρετανικές και Κυβερνητικές δυνάμεις που ανήκαν σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα, από την σοσιαλδημοκρατία (όπως ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου ηγέτης του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος) έως την φιλομοναρχική δεξιά .

      Πώς ξεκίνησαν όμως αυτές οι ένοπλες συγκρούσεις ;; ποιες οι αιτίες και ποίοι οι αντικειμενικοί σκοποί των αντιμαχομένων ;;;

        Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από τους Γερμανούς κατακτητές η κυβέρνηση εθνικής ενότητος υπό τον Γεώργιον Παπανδρέου που σχηματίσθηκε στις 18 Οκτωβρίου 1944 μετά το Συνέδριο του Λιβάνου επιστρέφοντας στην Ελλάδα ανέλαβε το δύσκολο έργο της ανόρθωσης της χώρας.

    Στην Κυβέρνηση είχε δεχθεί να προσχωρήσει και η Αριστερά, της οποίας έξι στελέχη ανέλαβαν υπουργεία (Σβώλος, Αγγελόπουλος, Ασκούτσης από την Π.Ε.Ε.Α., Τσιριμώκος από το Ε.Α.Μ. και οι Πορφυρογένης, Ζέβγος από το Κ.Κ.Ε.).

    Τα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπισθούν άμεσα ήταν το πολιτειακό ζήτημα, η παραπομπή σε δίκη και τιμωρία των δοσίλογων και η συγκρότηση εθνικού στρατού και αστυνομίας, καταργουμένων των ένοπλων τμημάτων των αντιστασιακών ομάδων.                  Ταυτόχρονα είχε τεθεί αφενός μεν το ζήτημα της τιμωρίας των συνεργατών του κατακτητή, αφετέρου δε η μεθόδευση του αφοπλισμού των ανταρτών .

      Η βάση πάνω στην οποία κινούταν η πολιτική του Παπανδρέου ήταν η Συμφωνία της Καζέρτας, η οποία υπέτασσε όλες τις ελληνικές δυνάμεις (εθνικό στρατό και ανταρτικές ομάδες) υπό συμμαχική διοίκηση και συγκεκριμένα τον στρατηγό Σκόμπυ.

        


         Η πλατεία Συντάγματος την ημέρα της εισόδου της Κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, 18  Οκτωβρίου 1944 .

 

    Για το πολιτειακό συμφωνήθηκε ότι θα λυνόταν με ελεύθερο δημοψήφισμα αμέσως μόλις το επέτρεπαν οι συνθήκες, χωρίς να καθοριστεί σαφώς ο χρόνος.            Σε αυτό το πλαίσιο, ο εξόριστος Βασιλεύς Γεώργιος είχε πιεσθεί ώστε να δεσμευτεί να μην επιστρέψει στη χώρα πριν ο λαός αποφασίσει ρητά για τη μορφή του πολιτεύματος που επιθυμούσε. Παρά τις αντιρρήσεις του, ο Βασιλιάς Γεώργιος δέχτηκε τελικά με παρότρυνση και των Βρετανών να παραχωρήσει την αντιβασιλεία στον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό . Για το ζήτημα της δίκης των δοσίλογων και συνεργατών, συμφωνήθηκε αυτή να ξεκινήσει στα μέσα Δεκεμβρίου .    Το σημείο ‘όμως που οδήγησε στην κρίση του Δεκεμβρίου ήταν ο αφοπλισμός των ανταρτικών ομάδων, προς δημιουργία εθνικού στρατού .

       Την 1η Δεκεμβρίου ο στρατηγός Σκόμπυ με πρωτοβουλία του, εξέδωσε μια διαταγή αφοπλισμού των αντιστασιακών ομάδων, συνοδεύοντάς την από διάγγελμα στο οποίο ανέφερε ότι αν η εντολή του δεν γινόταν δεκτή, θα προέκυπταν ολέθριες συνέπειες.    Αντιλαμβανόμενος το αδιέξοδο ο Αλ.Σβώλος (Πρόεδρος ΠΕΕΑ) τότε, συναντήθηκε με τον επικεφαλής της εν Ελλάδι Σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής συνταγματάρχη Ποπώφ, με πρόθεση να τον πείσει προκειμένου να αναλάβει μεσολαβητικό ρόλο προς τους ηγέτες του ΚΚΕ ώστε οι τελευταίοι να εγκαταλείψουν την αδιαλλαξία τους και να αποφευχθεί έτσι η ρήξη, αλλά εκείνος αρνήθηκε . Ως αντίδραση, καθώς αντιλαμβάνονταν ότι η κατάσταση οδηγείτο στη σύρραξη, οι υπουργοί που ανήκαν στο ΕΑΜ παραιτήθηκαν στις 2 Δεκεμβρίου 1944 ενώ το ΕΑΜ ζήτησε και έλαβε άδεια για συγκέντρωση διαμαρτυρίας στις 3 Δεκεμβρίου στην πλατεία Συντάγματος η οποία όμως την ίδια ημέρα το βράδυ ανεκλήθη από την Κυβέρνηση . 

     Την ίδια ημέρα (2 Δεκεμβρίου) η ηγεσία του ΕΑΜ ανακοίνωσε την κήρυξη γενικής απεργίας, τη διαταγή προς την ΕΑΜική πολιτοφυλακή να μη παραδώσει οπλισμό στην κρατική Εθνοφυλακή και την ανασύσταση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ.

     Παρά την απαγόρευση του συλλαλητηρίου όμως την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου του 1944 από το πρωί η πόλη των Αθηνών παρουσίαζε ασυνήθιστη κίνηση .  Πυκνά πλήθη συνέρρεαν προς το κέντρο της πρωτευούσης , την πλατεία Συντάγματος.

    Πενήντα δύο ημέρες είχαν περάσει από την 12η Οκτωβρίου 1944 όταν έφυγαν          οι τελευταίοι Γερμανοί και έληγε η Κατοχή . Σαράντα έξη ημέρες μετά την 18η Οκτωβρίου όταν έφτασε από την Ιταλία η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος και νέες περιπέτειες ξεκινούσαν για τον ελληνικό λαό .

    

    Έτσι εκείνη τη μοιραία Κυριακή καθώς η ΕΑΜική ανθρωποθάλασσα που “κυλούσε” από τους γύρω δρόμους προς την πλατεία Συντάγματος σε ένα “απαγορευμένο συλλαλητήριο” προσέκρουε στους πρώτους ζωντανούς κυματοθραύστες της Αστυνομίας ,αλλού τους διέσπασε εύκολα και αλλού ύστερα από συμπλοκές στις οποίες έγινε χρήση γκλόπ, ράβδων, λίθων κλπ.   Όσο το πλήθος πύκνωνε στην πλατεία τόσο οι αψιμαχίες μεταξύ αστυνομικών δυνάμεων και διαδηλωτών γίνονταν σοβαρότερες και δεν άργησαν να πέσουν και οι πρώτοι πυροβολισμοί . Από τις συμπλοκές αυτές υπήρξαν , κατά τις κυβερνητικές πηγές, 10 νεκροί και 66 τραυματίες από την πλευρά των διαδηλωτών και από την πλευρά της Αστυνομίας  ένας αρχιφύλακας νεκρός και τρείς τραυματίες αστυνομικοί.

       Το συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου μπορούμε να πούμε ότι έδωσε το έναυσμα για τη μεγάλη μάχη που προφανώς η ηγεσία του ΕΑΜ είχε από καιρού προαποφασίσει .

      Πάντως η υπόλοιπη ημέρα και κατόπιν η ψυχρή νύχτα της 3ης προς 4η Δεκεμβρίου πέρασαν χωρίς άλλα αιματηρά επεισόδια .Όμως γενικώς επικρατούσε μια αγωνία. Οι δρόμοι της Αθήνας ήταν έρημοι και οι αμέτοχοι Αθηναίοι κλείνονταν βιαστικά στα σπίτια τους .

   Την επόμενη ημέρα τα ξημερώματα, στην περιοχή του Θησείου διεξήχθη η πρώτη στην ουσία ανοιχτή μάχη ανάμεσα σε δύο τάγματα του ΕΛΑΣ και το σύνολο της Οργάνωσης Χ που έδρευε στην περιοχή. Η μάχη διήρκεσε μερικές ώρες και ο ΕΛΑΣ κατέβαλε την άμυνα των αντιπάλων του, όμως οι Βρετανοί επενέβησαν με άρματα και μετέφεραν τον αρχηγό της Οργάνωσης “Χ”, Γεώργιο Γρίβα, στο βρετανοκρατούμενο κέντρο της Αθήνας. Την ίδια ημέρα οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προχώρησαν σε κατάληψη πολλών αστυνομικών τμημάτων στον Πειραιά και σε περιοχές περιμετρικά του κέντρου της Αθήνας, όπως στην Κυψέλη, στον Νέο Κόσμο, στους Αμπελόκηπους, στον Κολωνό, στα Πατήσια και αλλού . Το απόγευμα δε της ίδιας ημέρας δυνάμεις του ΕΛΑΣ επιτέθηκαν στις φυλακές Βαριώτη , στην αρχή της λεωφόρου Βουλιαγμένης τις οποίες κατέλαβαν.

    Τη νύχτα της 4ης προς 5η Δεκεμβρίου οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ επιχείρησαν την κατάληψη των φυλακών Συγγρού . Η επίθεση ανακόπηκε μετά από παρέμβαση των Βρετανών που χρησιμοποίησαν τεθωρακισμένα οχήματα. Παρόμοια εξέλιξη είχε η επίθεση στις φυλακές Χατζηκώστα που έληξε με παρέμβαση των Βρετανών.                                                              Την ίδια ημέρα, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προχώρησαν σε κατάληψη όλων των αστυνομικών τμημάτων στον Πειραιά, αλλά δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Στην Αθήνα κατέλαβαν τα 17 από τα 23 αστυνομικά τμήματα, καθώς .

    Στις 5 Δεκεμβρίου, ο ΕΛΑΣ κατέλαβε την Γενική Ασφάλεια Αθηνών και συνέλαβε μερικούς αιχμάλωτους, ενώ οι περισσότεροι αστυνομικοί που υπεράσπιζαν το κτήριο φυγαδεύτηκαν από αγγλικά άρματα. Επίσης το 4ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ κατέλαβε την έδρα της Ανώτατης Διοίκησης Χωροφυλακής Ελλάδος και αιχμαλώτισε 80 περίπου αξιωματικούς της χωροφυλακής.                      

    Στις 6 Δεκεμβρίου, ο ΕΛΑΣ μετά από διήμερη πολιορκία κατέλαβε την Ειδική Ασφάλεια Αθηνών και πυρπόλησε το κτίριο.

    Τώρα πλέον οι συγκρούσεις στην Αθήνα μεταξύ του ΕΛΑΣ και των κυβερνητικών δυνάμεων παίρνουν γενικό και πολυμέτωπο χαρακτήρα .                                                  

Το χρονικό της Μάχης στου Μακρυγιάννη 

     Στις 6 Δεκεμβρίου , ολόκληρη σχεδόν η Αθήνα ήταν στα χέρια των κομμουνιστών. Τα μόνα κέντρα αντιστάσεως ήταν το Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής (Λεωφόρος Μεσογείων) και το Στρατόπεδο Γουδή .

   Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη θεωρήθηκε, από την ηγεσία του ΕΛΑΣ, ως το τελευταίο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος και επομένως την κατάληψη της εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, οι υπερασπιστές του γνώριζαν ότι ο αγώνας τους ήταν σκληρός και άνισος αλλά ήταν υπέρ πάντων.                                                    

    Η δύναμη ήταν 100 Αξιωματικοί (88 της Χωροφυλακής και 12 του Στρατού) και 430 οπλίτες. Η δύναμη αυτή, εκτός από το προσωπικό του Συντάγματος, προερχόταν και από άλλες αστυνομικές υπηρεσίες της Αττικής και της επαρχίας. Ο οπλισμός και τα πυρομαχικά δεν ήταν αρκετά για να αντιμετωπήσουν μια τόσο μεγάλη επίθεση. 300 τυφέκια, 15 υποπολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, 1 πολυβόλο, 3 όλμοι με ελάχιστα βλήματα και 2 αντιαρματικά πυροβόλα.

   Η δύναμη του ΕΛΑΣ ήταν αρχικά ένα σύνταγμα των 1.500 ανδρών με τυφέκια, οπλοπολυβόλα και πολλά εκρηκτικά.

   Τα ξημερώματα της 6ης Δεκεμβρίου εκδηλώνεται μεγάλη επίθεση από το  1ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Η πρώτη επίθεση εκδηλώνεται στο 7ο φυλάκιο που ήταν τοποθετημένο σε πολυκατοικία της διασταύρωσης των οδών Μακρυγιάννη και Χατζηχρήστου. Το Αγγλικό πυροβολικό, που βρισκόταν στην Ακρόπολη υποστήριζε την Χωροφυλακή με πυρά πυροβολικού.   


Μάχη του Μακρυγιάννη




Το Κτίριο Βάιλερ του Συντάγματος Μακρυγιάννη







              

Σύμφωνα με την μαρτυρία του Ορέστη Μακρή, στελέχους του ΕΛΑΣ,                                  “οι Χωροφύλακες απ’ την πρώτη κιόλας επαφή, διαπιστώσαμε, ότι όχι μόνο δεν αιφνιδιάσαμε τον εχθρό, αλλά αντίθετα τον βρήκαμε να μας περιμένει, καλά οργανωμένος σ’ ολόκληρο σύστημα οχυρών γύρω απ' τους στρατώνες”.               Μετά από μάχη που ακολούθησε μεταξύ του 7ου φυλακίου και του ΕΛΑΣ, οι συλληφθέντες αξιωματικοί και χωροφύλακες ανακρίθηκαν και εκτελέστηκαν.

     Οι απώλειες των αμυνομένων κατά την πρώτη ημέρα ήταν σημαντικές. 14 νεκροί, 33 τραυματίες και 41 αγνοούμενοι.

       Βεβαίως οι Ελασίτες είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες.

Ο διευθύνων τις επιχειρήσεις αντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος, το πρωί της επομένης εξέδωσε ημερησία διαταγή, η οποία μεταξύ των άλλων έγραφε: «Θα διατηρώ την ανάμνησιν ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 η Βασιλική Χωροφυλακή έδειξε μαχητικότητα πολύ καλλιτέραν από αυτού του Πεζικού εις το οποίον ανήκω. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».

   Την επομένη, οι επιτιθέμενοι αρκέστηκαν σε πυρά παρενόχλησης και προπαρασκευή νέων επιθέσεων. Τις νυκτερινές ώρες της 7ης προς 8ης Δεκεμβρίου, οι επιτιθέμενοι ανατίναξαν μέρος του νοτίου τμήματος της περίφραξης και την 9η ακόμη ενός τμήματος.

     Την 8η Δεκεμβρίου, οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη με αιφνιδιαστική αντεπίθεση ανακατέλαβαν δύο φυλάκια, συνέλαβαν 50 αιχμαλώτους και παρέλαβαν πολλά όπλα και πυρομαχικά.

     Τώρα ο ΕΛΑΣ προετοιμάζονταν για την επίθεση της επομένης ημέρας. Προετοίμασε, εκτός από τους 500 άνδρες που μάχονταν εκείνη τη στιγμή στου Μακρυγιάννη, άλλους 200 άνδρες του ΙΙου Τάγματος με επικεφαλής το Σαλονικίδη Μήτια, 200 άνδρες από το 3ο τάγμα του Παν. Σαμπλίδη και περίπου 100 Πειραιώτες. Δηλαδή ένα σύνολο περίπου 1000 ανδρών και το ενισχυμένο τάγμα του 6ου συντάγματος της Κορίνθου (Βαζαίος) με άλλους 500 άνδρες, με αρκετά καλό οπλισμό από πολυβόλα, όλμους και 2-3 αντιαρματικά όπλα.

     Την 9η Δεκεμβρίου το απόγευμα το Σύνταγμα Μακρυγιάννη ενισχύθηκε από δεκαπέντε Βρετανούς αλεξιπτωτιστές, οι οποίοι ήταν ειδικοί στις ναρκοθετήσεις. Υπό την κάλυψη του Συντάγματος ναρκοθέτησαν τον χώρο του περιβόλου του συγκροτήματος Μακρυγιάννη. Οι Βρετανοί αλεξιπτωτιστές, μετά την ολοκλήρωση της αποστολής τους, αποχώρησαν. Κατά την έφοδο του ΕΛΑΣ στο προαύλιο του στρατοπέδου, απωθήθηκαν απ’ τα πυρά των πολυβόλων κι απ' τα ναρκοπέδια που είχαν τοποθετηθεί στο εσωτερικό του τοίχου, γύρω - γύρω απ' το κεντρικό κτίριο. Το τάγμα των Κορινθίων δεν κατάφερε να εισβάλει στο εσωτερικό του στρατοπέδου των Χωροφυλάκων.

     Την 10η Δεκεμβρίου οι Ελασίτες εξαπέλυσαν ευρεία επίθεση, η οποία απέτυχε μετά την επέμβαση βρετανικών ενισχύσεων. Οι βρετανικές ενισχύσεις αποτελούνταν από τρία άρματα μάχης και δεκαπέντε στρατιώτες.  Το Στρατηγείο του ΕΛΑΣ μετά την αποτυχία των επιθέσεων του, αποφάσισε να σταματήσει τις επιθέσεις κατά του Μακρυγιάννη και να υιοθετήσει τη στρατηγική της στενής πολιορκίας. Έτσι ανατίναξαν όλες τις πολυκατοικίες που βρίσκονταν περιμετρικά του συγκροτήματος Μακρυγιάννη, ώστε να μη χρησιμεύουν για τη κάλυψη των δρομολογίων ενίσχυσης του Συντάγματος και προχώρησαν στη διακοπή τροφοδοσίας νερού.

    Την νύκτα της 11ης προς 12η Δεκεμβρίου, μετά από την άφιξη νέων ενισχύσεων, οι Ελασίτες επιχείρησαν νέα αιφνιδιαστική επίθεση . Όμως οι αμυνόμενοι, λόγω του άριστου συστήματος πληροφοριών που διέθεταν, περίμεναν την ενέργεια. Στις 20.00, ένας λόχος με 100 άνδρες προσπάθησε να εισβάλει από το ρήγμα της νότιας περίφραξης, αλλά έπεσε σε νάρκες και τα πυρά των αμυνομένων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 50 νεκρούς. Το ίδιο ανεπιτυχής ήταν και η προσπάθεια που έγινε δύο ώρες μετά. Τα μεσάνυχτα, από ρήγμα που δημιούργησαν στην δυτική περίφραξη δύο δυναμιτιστές, προσπάθησαν να διεισδύσουν κρυφά ομάδες Ελασιτών.  Όμως φωτιστικά βλήματα μετέτρεψαν την νύκτα σε μέρα και επέτρεψαν στους χωροφύλακες να κατατροπώσουν τους εισβολείς που είχαν τρομερές απώλειες.

     Στις 12 Δεκεμβρίου, σταμάτησαν οι επιθέσεις. Στην ουσία η Μάχη του Μακρυγιάννη είχε χαθεί για τον ΕΛΑΣ. Το οχυρό, παρά την μικρότερη δύναμή του και τον κατώτερο εξοπλισμό του, άντεξε.

     Η μάχη του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ήταν μια σκληρή και συνεχής μάχη με πολλούς νεκρούς και τραυματίες και από τους δύο αντιμαχόμενους. 33 νεκροί και 120 τραυματίες ήταν ο φόρος αίματος από πλευράς των αγωνιστών του Μακρυγιάννη. Οι Ελασίτες είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες.                                                                                  

     Παρόλα ταύτα όμως ο ΕΛΑΣ δεν πιστεύει ότι έχει ηττηθεί και το πρωί της  13ης  Δεκεμβρίου δίνει εντολή να διατηρηθούν οι θέσεις γύρω απ’ τους στρατώνες του Μακρυγιάννη, να ενισχυθεί ο λόφος Φιλοπάππου και να διατηρηθεί κλειστή η λεωφόρος Συγγρού για τους Άγγλους κάνοντας επίσης ανακατανομή των δυνάμεων του

·         Το 1ο τάγμα (Νέα Σμύρνη), με δύναμη 300 ανδρών, Θα παραμείνει στη δυτική πλευρά των στρατώνων. 

·         Το 2ο τάγμα (Καλλιθέας), με δύναμη 400 ανδρών, θα παραμείνουν στη μεσημβρινή πλευρά των στρατώνων.

·         Το 3ο τάγμα (Νέα Σφαγεία), με το τάγμα της Κορίνθου, συνολικής δύναμης 500 ανδρών, θα παραμείνουν στην ανατολική περιοχή των στρατώνων, από την οδό Μακρυγιάννη μέχρι και τη λεωφόρο Συγγρού.

·         Ένας λόχος από το τάγμα της Κορίνθου, δύναμης 100 ανδρών μεταφέρεται στο λόφο Φιλοπάππου.

     Στις 15 Δεκέμβρη, οι χωροφύλακες, που ήταν στο παλιό Α’ Σώμα Στρατού, μαζί με τους έγκλειστους στου Μακρυγιάννη, εκτελούν επίθεση εκτός του στρατοπέδου. Τους συνοδεύουν ελαφρές δυνάμεις Άγγλων με προκάλυψη 15 αρμάτων Σέρμαν, υποστήριξη αεροπλάνων, των όλμων και των πολυβόλων της Ακρόπολης. Επιχειρούν ισχυρή αντεπίθεση από την κεντρική πύλη και τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ενάντια στο 3ο τάγμα ΕΛΑΣ και τα τμήματα του τάγματος της Κορίνθου, στην ανατολική πλευρά των στρατώνων.

    Παρά τις προσπάθειες των ΕΛΑΣιτών όμως, την 18η Δεκεμβρίου η πολιορκία του συγκροτήματος του Συντάγματος Μακρυγιάννη έληξε. Σημαντικό μέρος της δύναμης του Συντάγματος, σε συνεργασία με βρετανικές δυνάμεις, συμμετείχε στην απώθηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ πέρα από τον Αρδηττό και τη Λεωφόρο Συγγρού, έως και την περιοχή του Φαλήρου. Σε αντίστοιχες επιχειρήσεις συμμετείχε και την 19η Δεκεμβρίου, ανακαταλαμβάνοντας τις συνοικίες του Κουκακίου και του Γαμβέττα και απειλώντας τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ που δρούσαν στην ανατολική πλευρά της Λεωφόρου Συγγρού.

     Το Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη έλαβε μέρος αδιάκοπα σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις έως τις αρχές Ιανουαρίου, οπότε και επετεύχθη η πλήρης εκκαθάριση της Αττικής από τον ΕΛΑΣ .

      Οι συγκρούσεις των Κυβερνητικών Δυνάμεων και του ΕΛΑΣ από την 3η Δεκεμβρίου 1944 μέχρι και την 5η-6η Ιανουαρίου 1945 στην πρωτεύουσα κράτησαν 33 ημέρες και καταγράφηκαν στη σύγχρονη ιστορία μας ως                     “Η Μάχη των Αθηνών ”.   

      Επισημαίνεται δε ότι τα Δεκεμβριανά, όπως καταγράφηκαν στη συλλογική μνήμη ως οι μάχες του Δεκεμβρίου 1944, ήταν η μοναδική περίπτωση κατά την οποία σημειώθηκαν πολεμικές συγκρούσεις τέτοιας έκτασης στην ελληνική πρωτεύουσα από δημιουργίας του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους (1830)].                    Ήταν επίσης, η μόνη περίπτωση στο Β΄ Π.Π. κατά την οποία συγκρούσθηκαν μεταξύ τους συμμαχικές δυνάμεις (ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και Βρετανοί) .

    Με Βασιλικό Διάταγμα το 1951 απενεμήθη στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Αθηνών "ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ", η υπέρτατη τιμή για τους αγώνες και τις θυσίες.                   Η Πολεμική Σημαία, που είχε στο κέντρο τον Άγιο Γεώργιο.

      Τέλος η νίκη αυτή των κυβερνητικών δυνάμεων συνέβαλε σημαντικά στο να μείνει ελεύθερο το μικρό κομμάτι της Αθήνας, στο οποίο είχαν έδρα η ελληνική κυβέρνηση και οι περισσότερες ξένες αποστολές. Μετά την νίκη αυτή άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για το κομμουνιστικό κίνημα .

 

 

*Ο Αλέκος Ι. Βαλάσκας είναι Επισμηναγός ε.α. , π. Πρόεδρος του Λαογραφικού – Ιστορικού Συλλόγου Πολυδρόσου «Η Σουβάλα Παρνασσού» , Εθελοντής Κοιν.Πρόν. / Ε.Ε.Σ. , Μέλος της Σ.Ε. της Δημοτ. Παράταξης «ΛΑΡΙΣΑΙΩΝ ΚΟΙΝΟΝ».

 

 

 

 

ΠΗΓΕΣ

 

Βικιπαίδεια : Δεκεμβριανά , Μάχη του Μακρυγιάννη

Σόλων Ν.Γρηγοριάδης :   Τα Φοβερά Ντοκουμέντα  Δεκέμβριος 1944

 Φ. Κ. Βώρου, Ph. D.   Τα Δεκεμβριανά του 1944

Δημήτρη Βαλασίδη Συντ/ρχου ε.α: Σύνταγμα Μακρυγιάννη - Δεκέμβριος 1944:  Το οχυρό που δεν έπεσε

 

 

 

                                           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."