Οι παλαιοί μαστόροι της Σουβάλας ήξεραν και μιλούσαν τα κουδαρίτικα ή κουδαραίικα,τη συνθηματική επαγγελματική γλώσσα των ομότεχνων τους Ηπειρωτών. Αυτή τη συνθηματική γλώσσα την κληροδότησαν στις νεώτερες γενεές μαστόρων, έτσι που να περισωθούν τα κουδαρίτικα μέχρι σήμερα στο χωριό. Βέβαια στην εποχή μας τα κουδαρίτικα δεν ανταποκρίνονται πια σε βασική επαγγελματική ανάγκη , δεν αποτελούν το απαραίτητο μέσο μυστικής επικοινωνίας. Οι σημερινοί μαστόροι τα χρησιμοποιούν μόνο σαν ένα είδος γλωσσικού παιχνιδιού, όταν ξεκουράζονται από τον μόχθο της μέρας, στα καφενεία και στις ταβέρνες. Και καθώς είναι φυσικό, τα κουδαρίτικα έπαψαν να προστατεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο και έχουν γίνει γνωστά και σε ανθρώπους άσχετους με τη δουλειά του μάστορα ,ακόμη και σε ανθρώπους νέους σε ηλικία. Μέ την κατάλληλη σύμπλεξη των λέξεων αυτών στο νεοελληνικό λόγο φτιάχνονται μικρές φράσεις που είναι δυσνόητες για τον αμύητο στο σύστημα .Στη Σουβάλα π.χ έλεγαν : ((Καψάλα ,ου μουχός ξισέρνιτι και θα σι Γυαλίσ’ που ζαμπέβ’σ= φεύγα το αφεντικό έρχεται και θα σε δει που κάθεσαι .Οι ηπειρώτες μαστόροι πού δημιούργησαν τα κουδαρίτικα ταξίδευαν μήνες καμιά φορά και χρόνια στα βαλκάνια και πιο πέρα στην Αφρική και αναγκαστικά βρίσκονταν σε ανθρώπους που τους έβλεπαν εχθρικούς απεναντί τους. Κανένας εργατικός νόμος δεν τους προστάτευε και σπάνια η κρατική εξουσία τους απέδιδε δίκιο. Αυτές οι ιδιόμορφες συνθήκες εργασίας υποχρέωσαν τους ηπειρώτες μαστόρους να δημιουργήσουν τα κουδαρίτικα και να γίνουν για τον άλλο κόσμο κουδαρίτες ή κουδαραίοι.Τα κουδαρίτικα της Σουβάλας περιλαμβάνουν λεξιλόγιο που δεν ξεπερνάει τις εκατό λέξεις .Όσες καταγράφηκαν εδώ συγκεντρώθηκαν με την πρόθυμη βοήθεια των παλαιών σουβαλιωτών μαστόρων,και μάλιστα του Λουκά Ανδρέου (αντρέλου). Από τις λέξεις αυτές οι περισσότερες είναι ελληνικές που χρησιμοποιούνται με αλληγορική σημασία ή έχουν υποστεί φωνητικό μετασχηματισμό .Υπάρχουν και λέξεις ξένες ,αρωμουνικές, αλβανικές, και μερικές ιταλικές, ίσως και σλαβικές. Αρκετές λέξεις μας είναι μέχρι στιγμής τουλάχιστο άγνωστης ή αμφίβολης προέλευσης. Η καταγραφή των λέξεων γίνεται στην κοινή φωνητική για την εύκολη παρακολούθηση τους:
Λέξεις ελληνικές
α) ουσιαστικά
αγκίδα= κοριτσάκι
πελεκούδα= κόρη
λαγός=νεαρός
λαγούλα=νεαρή
λαγούλι= παιδί, μαστορόπουλο
αγωγιάτες= πόδια
γυαλιστερά= μάτια
καμπίτσα(από το κάμπη, κάμπια)=πέος
πέταλο= γυναικείο αιδοίο
κλοτσωτό (από το κλοτσάω= τα ζώα
θαλασσοπούλια =ψάρια
νεροπούλες= ψάρια
ασπροχείληδες= άσπρα φασόλια
μαυροχείληδες= μαυρομάτικα φασόλια
ψειρού= φακή
μαυρομάτες= ελιές
γκαβαγγέλου= μπομπότα
τα ζούπινα =πίτα
τροχός= κρασί
οξιά= νερό
θόδωρος= ούζο
στουρνάρι =αυγό
καφτερό= κρεμμύδι, πιπέρι
κόκκινες= ντομάτες
μουτζούρης= καφές
καπνιδερό= καπνός
κούφιο=σπίτι
κράνια= λεφτά, χρήματα
γκαβές= ξυλιές
καψάλα= φευγάλα
ΡΗΜΑΤΑ
Γαρέβω= αγριεύω
Γυαλίζω= βλέπω
Γκαβιάζω= δέρνω
Καψαλάω= φεύγω γρήγορα
Ξεσέρνω= φέρνω, δίνω
Ράχνω= αρπάζω, πιάνω, παίρνω
Σφυρίζω= πίνω
Φυσάει= είναι
ΛΕΞΕΙΣ ΞΕΝΕΣ
Κούδας= μάστορας
Κουδαρίτικα= μαστόρικα
Μπαρός= γιατρός
Μπουρανί= λάχανα
Σκαμάκος= γέρος
Σκαμάκου= γριά
Γκαλίνα = κόττα
Τσελεπιδιώτης= χωροφύλακας, στρατιώτης
Μάνο= ψωμί
Μανεύω= τρώγω
Τσόπια= βυζιά
ΛΕΞΕΙΣ ΑΓΝΩΣΤΗΣ Η ΑΜΦΙΒΟΛΗΣ ΑΡΧΗΣ
Μοχός= αφεντικό, άντρας
Μοχούσα= γυναίκα
Κούρκουλας= παππάς
Μανούρες= πέτρες
Γκάβρο= τυρί
Λιαρόφα= φαγητό
Μπραχάλα= φαγητό, μαγείρεμα
Μπραχαλάω= μαγειρεύω, δουλεύω
Τσέτσο= κρέας
Ντιρμίρνες= πατάτες
Παρλιάγκου= γιαούρτι
Τσάρα= ξινό
Κοσβάδες= σταφύλια
Τσίτσικας= Ήλιος
Μέτσινα= χαζομάρες
Μέκος= βλάκας
Ζαμπακουμα= συνουσία
Φασμακώνω= αποπλανώ
Ζαμπέβω= κοιμούμαι
Τσιλίζω= ξέρω
Τσολιάζω= καταλαβαίνω
Ορματος= όμορφος
ΦΡΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΥΔΑΡΙΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΟΥΒΑΛΑΣ
Η πιλικούδα φουράει όρματη = η κόρη είναι όμορφη
Ο λαγός φσάει μέκος= ο νεαρός είναι βλάκας
Η μουχούσα φοράει ντούκο= η κυρά είναι έγκυος
Ο μουχός και η μοχούσα τσιλιζ’ν κουδαρίτικα=το αφεντικό και η κυρά ξέρουν κουδαρίτικα
Καψάλα, ο μουχός ξισέρνιτι και θα σι γθαλισ’που ζαμπέβ΄ς=
Φεύγα το αφεντικό έρχεται και θα σε δει που κάθεσαι
Άμα το λαγούλ’ ξιφλιάζ ’στην πιλικούδα, γαρεύνε οι κούδες και ξιφλίαζ΄ν , μπραχάλα και μη ξιφλιαζ’ μέτσινες=
Άμα το μαστορόπουλο μιλάει στη κοπέλα αγριεύουν οι μαστόροι και του λένε: δούλευε και μη λες χαζομάρες.
H Διαπίστωση ότι στη Σουβάλα χρησιμοποιούσαν οι παλαιοί Μαστόροι τα κουδαρίτικα προκαλεί το εύλογο ερώτημα πως αυτή η συνθηματική γλώσσα έγινε γνωστή σε μια περιοχή της Ρούμελης και σε μαστόρους ρουμελιώτες, ενώ αναμφισβήτητο είναι ότι αρχική κοιτίδα της υπήρξε η Ήπειρος. Για να δοθεί κάποια πειστική απάντηση στο ερώτημα ,είναι ανάγκη να εξεταστεί ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές παρατηρούνται μεταξύ των μαστόρικων της Σουβάλας και των αντίστοιχων της ηπείρου. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη σύγκριση των κουδαριτικων της ηπείρου και των μαστόρικων της σουβάλας μας βοηθούν να ξεδιαλύνουμε το πρόβλημα πως βρέθηκαν να χρησιμοποιούν τα κουδαρίτικα της ηπείρου σουβαλιώτες μαστόροι. Δύο εξηγήσεις είναι δυνατό να προταθούν: Η πρώτη εξήγηση : Ηπειρώτες μαστόροι στα ταξίδια τους στη στερεά Ελλάδα (Αιτωλοακαρνανία ,Φωκίδα ,Βοιωτία) συνεργάζονταν με ρουμελιώτες ομοτέχνους τους ,και συγκεκριμένα με σουβαλιώτες μαστόρους και κατά τη συνεργασία τους αυτή αποκάλυπταν θεληματικά η άθελα τους τα μυστικά στοιχεία της συνθηματικής γλώσσας τους.
Η δεύτερη εξήγηση : Ηπειρώτες μαστόροι κουδαραίοι της Κόνιτσας ,των Χουλιαράδων ή άλλων ηπειρώτικων χωριών , εγκαταστάθηκαν σε χωριά της Ρούμελης ,όπως η Σουβάλα .
Η πρώτη εξήγηση πρέπει, κατά η γνώμη μας να αποκλειστεί. Βέβαια τα «μπουλούκια» των ηπειρωτών μαστόρων είχαν κατακλύσει όλη την ηπειρωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο στα χρόνια της τρουρκοκρατίας και δώθε, χτιστάδες και μαραγκοί, ασυναγώνιστοι στο επάγγελμα. Όμως με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι ηπειρώτες μαστόροι αποκάλυπταν τη συνθηματική «γλώσσα» τους σε ξένους ομοτέχνους όσο και αν αυτοί εργάζονταν βοηθητικά στο «μπουλούκι» τους. ΟΙ φιλικοί συναδελφικοί δεσμοί, που τους ένωναν περιστασιακά με ομοτέχνους άλλων περιοχών, δεν ήταν ποτέ ικανοί να τους οδηγήσουν σε αποκάλυψη της δικής τους «γλώσσας’ σε ξένους προς τον κλειστό συγχωριανό κύκλο τους. Παλαιός μάστορας από την Πυρσόγιαννη γράφει ότι αποτελούσε «μεγάλη προδοσία αν κανένας έλεγε και μάθαινε τη γλώσσα σε άλλους, ξένους» και συμπληρώνει ότι και τώρα νιώθει σαν ένοχος που αποκαλύπτει τα κουδαρίτικα, γιατί ήταν κάτι το δικό τους, «που δεν έπρεπε να το ξέρουν πολλοί». Όταν τέτοιοι άγραφοι νόμοι περιφρουρούσαν τη συνθηματική «γλώσσα» των ηπειρωτών μαστόρων, η παραβίαση του απορρήτου της θα περιοριζόταν ασφαλώς σε ορισμένες λέξεις ή φράσεις και σε καμιά περίπτωση δε θα έφτανε ως το σημείο να αχρηστευτεί ολόκληρο το σύστημα της μυστικής επικοινωνίας, που εξασφάλιζαν τα κουδαρίτικα. Κατά συνέπεια, δεν απομένει παρά να δεχτούμε ότι τα κουδαρίτικα μεταφυτεύτηκαν στη Σουβάλα μαζί με ηπειρώτες μαστόρους, που ήρθαν από την Ήπειρο-και που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Ρούμελη ειδικότερα στην Παρνασίδα.
Πολλά στοιχεία μαρτυρούν την ηπειρωτική καταγωγή ενός σημαντικού τμήματος από τον πληθυσμό της Σουβάλας. Το πρώτο είναι η γλώσσα κοινό, σχεδόν το λεξιλόγιο, το ηπειρωτικό και το σουβαλιώτικο, δεύτερο, τα τοπωνύμια, διαβάζοντας τοπωνυμικά ηπειρωτών περιοχών, νομίζεις ότι βρίσκεσαι στην περιοχή της Σουβάλας, τρίτο, οι επαγγελματικές απασχολήσεις των παλαιών σουβαλιωτών: χτιστάδες, βαρελάδες, σιδεράδες ήταν πολλοί από τους παλαιούς Σουβαλιώτες, καθώς και στην Ήπειρο, τέταρτο, τα οικογενειακά ονόματα : ηπειρωτικά είναι τα ονόματα πολλών σουβαλιώτικων οικογενειών, από τις οποίες μερικές είναι πολύκλαδες :
Θάνος, Αυγέρης, από το βαφτιστικό Αυγερινός, Ανάγνου, από το Αναγνώστης, Πάντος από το βαφτιστικό Πανταλέων, κονταξής, Κυρίτσης, Νικολούλης, Παπαθανάσης, Ρίζος, Τζιβάρας, Βέλλιος κ.α. Ανταποκρίνονται λοιπόν στην πραγματικότητα παλαιές τοπικές παραδόσεις, που αναφέρουν ότι η μία ή η άλλη σουβαλιώτικη οικογένεια είχε αρχική κοιτίδα της την Ήπειρο.
Σε όλα αυτά τα στοιχεία προστίθενται τώρα και τα κουδαρίτικα. Με την εγκατάσταση ηπειρωτικών οικογενειών στη Σουβάλα μετακινήθηκαν προς την περιοχή μας και βαγενάδες, σιδεράδες(χαλκιάδες) και χτίστες. Οι χτίστες της Σουβάλας που μέχρι σήμερα φημίζονται για την τέχνη τους, δε λησμόνησαν τη συνθηματική «γλώσσα» του επαγγέλματός τους, τα κουδαρίτικα. Οι τεχνίτες που ήρθαν από την Ήπειρο, ίσως και τη Δυτ.Μακεδονία, στη Φωκίδα και που μιλούσαν τα κουδαρίτικα, ονομάζονταν από τους επιχώριους τσιούσδις (τσιούσηδες),στη Βοιωτία (Θήβα) τσούσηδες, στην Ηλεία ονομάζονται τσούτηδες οι ηπειρώτες βαγενάδες. Οπωσδήποτε οι τσιούσηδες, ή τσούσηδες, για τους άλλους Ρουμελιώτες δεν ήταν παρά οι κουδαραίοι, οι μαστόροι που άφησαν την πατρίδα τους στην Ήπειρο και εγκαταστάθηκαν σε περιοχές της Ρούμελης καθώς και στη Σουβάλα.
Δεν είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε από ποιες συγκεκριμένες περιοχές της Ηπείρου προέρχονται οι σουβαλιώτες κουδαραίοι. Και τούτο γιατί τα μαστόρικα της Σουβάλας έχουν λέξεις που είναι κοινές στα κουδαρίτικα της Κόνιτσας των Χουλιαράδων και άλλων ηπειρωτικών περιοχών. Εκείνο που με κάποια σιγουριά μπορούμε να πούμε είναι ότι οι κουδαραίοι της Ηπείρου εγκαταστάθηκαν στη Σουβάλα πριν από την Επανάσταση. Άσχετα όμως, από το ζήτημα, που αφορά την ακριβή προέλευση και το χρόνο των μετακινήσεων προς τη Φωκίδα, σημασία έχει κυρίως η βοήθεια που μας δίνεται από τη μελέτη της σουβαλιώτικης μαστόρικης «γλώσσας» για να γνωρίσουμε και από άλλη πλευρά την ιστορία ενός παρνασιώτικου χωριού.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΑΡΝΑΣΙΩΤΙΚΑ
ΚΩΣΤΑ Α ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."