Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020

ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Ο ΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΑΓΑ.


Με  έναν φθινοπωρινό υγιεινό περίπατο τον Οκτώβριο  του 1393, ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Α΄Γκιλντιμίρ (Κεραυνός) κατέστησε φόρου υποτελείς όλες τις Φραγκοκρατούμενες  χωροδεσποτίες της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδος. Η παγίωση όμως της υπαρκτού Οσμανικού  υποπολιτισμού  ήλθε μερικά χρόνια αργότερα για την περιοχή μας, όταν στις 20 Ιουνίου του 1414 ο γιος και διάδοχος του Βαγιαζήτ, Μεχμέτ Α΄ θα αλώσει την Μενδενίτσα και θα καταργήσει την Ενετική Μαρκιωνία της. Αμέσως θα εφαρμόσει την Οθωμανική διοικητική διαίρεση στις νεοκατακτημένες Ελληνικές περιοχές και όλος ο Ελληνικός κορμός θα κατατμηθεί σε Σατζάκια (νομούς) και Καζάδες (επαρχίες). Μετά και την κατάκτηση της Εύβοιας το 1470, θα ιδρυθεί το Σατζάκι της Ρούμελης με έδρα τη Χαλκίδα και η περιοχή μας θα υπαχθεί στον καζά της Λειβαδιάς.

Συν τω χρόνω και καθώς η Οσμανική παγίωση προχωρά και επεκτείνεται, στα μεγάλα χωριά του κάμπου  θα εγκατασταθούν Τούρκοι υψηλοί αξιωματούχοι, ως ένα είδος «Επάρχων», που θα αποκαλούνται Αγάδες, στους οποίους τιμής ένεκεν θα απονεμηθούν μεγάλα πλουτοπαραγωγικά αγροκτήματα. Αυτοί  μαζί με έναν όμιλο Τούρκων κρατικών φοροϋπαλλήλων και στρατοχωροφυλάκων  που οι ίδιοι θα συντηρούν, θα ασκούν την απόλυτη εξουσία.                           Κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας και για την πλήρη και ασφαλή εκμετάλλευση του σιτοβόλου τιμαρίου του «Μεγαλοκύρη», ως έδρα του τοπικού Τούρκου Αγά επελέγη η νεότευκτη μεσαιωνική πολίχνη των Μπερτζανών, στα κράσπεδα του δυτικού Καλλιδρόμου, ακριβώς κάτω από το Τιθρόνιο, που οι Φράγκοι αποκαλούσαν Ιντερνίτσα. Τα Μπερτζανά χτίστηκαν λίγο μετά την Άλωση, (ή λίγο πριν), από την Κωνσταντινοπολίτικη  οικογένεια των Μπέρτζανων, οι οποίοι μαζί και με άλλες οικογένειες προυχόντων της Πόλης, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο ήδη τουρκοκρατούμενο Δαδί για να γλυτώσουν, εξαγοράζοντας από τους εδώ Τούρκους, το έδαφος και τη σιωπή τους. Δεν μας είναι γνωστή η ακριβής τοποθεσία που διέμενε ο Αγάς στα Μπερτζανά. Η προφορική παράδοση αναφέρει ότι ο οντάς του ήταν χτισμένος  κάτω χαμηλά στην πολίχνη και κοντά στην αριστερή όχθη του Κηφισού. Μας είναι όμως γνωστή η ακριβής τοποθεσία του Τζαμιού των Μπερτζανών, στη θέση που και σήμερα οι Δαδιώτες την αποκαλούν «στο τζαμί», πλάι στο δρόμο για το Τιθρόνιο και μέσα στο ελαιοπερίβολο Παπαρούλια.                                                                          Τα Μπερτζανά καταστράφηκαν πριν την Επανάσταση του 1821, γι αυτό και απουσιάζουν από τις γραφίδες των ιστορικών του Μεγάλου Αγώνα που εν τω μεταξύ πλησιάζει. Ουδείς γνωρίζει τα ακριβή αίτια της καταστροφής τους. Εικάζεται ότι εγκαταλείφτηκαν εξ αιτίας μολυσματικής νόσου


 που αποδεκάτισε τον πληθυσμό τους. (Άποψη του γράφοντος είναι ότι τα Μπερτζανά κάηκαν στα Ορλωφικά. 1770-1774). Τότε φαίνεται πως ο Αγάς μαζί με τους άλλους Τούρκους αξιωματούχους και υποτακτικούς του, μετακομίζει στο Δαδί. Χτίζει τον οντά του σε μια ωραία και περίοπτη θέση, δίπλα στη μικρή πλατεία της  Χορευταριάς και κοντά στις δίδυμες πέτρινες βρύσες, που και αυτές  ίσως είναι έργο δικό του.  




 


 

 

 

 

 

Αριστερά η θέση του οντά στην άνω πόλη του Δαδιού  πλάι στις πέτρινες βρύσες με τα γνώριμα λαξευτά μυτερά Οθωμανικά μοτίβα.*


                                                                                                                                                                                                     Δεν έχει διασωθεί σε καμία επίσημη γραπτή πηγή το όνομα του Τούρκου Αγά                                                                                                                                                                                                                              στα Μπερτζανά ή στο Δαδί.

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                 Μόνο στα Τουρκικά απογραφικά και φορολογικά κατάστιχα του 1521 και 1540 αναγράφονται πληθυσμιακά και οικιστικά στοιχεία που μας πληροφορούν ότι τα Μπερτζανά ήταν η μεγαλύτερη πόλη της περιοχής και ως εκ τούτου το διοικητικό της κέντρο. Όπου όμως οι γραπτές πηγές σιωπούν, έρχεται η πλούσια προφορική παράδοση του τόπου μας να συνδράμει και να θεραπεύσει την ιστορία. Ακριβώς πάνω από την Παιδούπολη του Δαδιού, που σήμερα στεγάζει τον Φορέα

 


 

Διαχείρισης του Εθνικού Δρυμού, και επί του παλιού δρόμου Δαδιού-Παρνασσού, μας είναι γνωστό το τοπωνύμιο «Βρύση του Εμίν Αγά».


Αδιευκρίνιστο αν ο Εμίν Αγάς ήταν ο τελευταίος Αγάς του Δαδιού ή κάποιος από τους προκατόχους του. Βάσιμα όμως, μπορούμε από το έργο του να υποθέσουμε ότι, υπήρξε φυσιολάτρης και λάτρης του Παρνασσού και ίσως αυτός να ήταν και ο ιδιοκτήτης του οντά στην Απάνω Σουβάλα, που αποδεδειγμένα λειτούργησε ως εξοχική του κατοικία μέχρι και τα χρόνια της Επαναστάσεως. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι ο οντάς στην Απάνω Σουβάλα ήταν χτισμένος ακριβώς κάτω από την πηγή της Αγίας Βαρβάρας και μεταξύ των δύο υδραυλάκων που ξεκινούσαν από την πηγή και άρδευαν τα περιβόλια της περιοχής.


Απάνω Σουβάλα Παρνασσού. Θέση «Ουντάς», δίπλα από το εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας.*

Επιπροσθέτως, έργο του τελευταίου Τούρκου Αγά είναι το «Απάν Γιοφύρ» του Κηφισού στο μύλο Νερούτσου, που πρόσφατα  κατέρρευσε και σε γωνιακό αγκωνάρι του αποκαλύφτηκε λαξευμένη η χρονολογία κτίσης του: 178(;). Φαίνεται καθαρά ότι ο τελευταίος Τούρκος Αγάς είχε μια ειδική σχέση με το νερό και τις χρήσεις του και ίσως να είναι το ίδιο και το αυτό πρόσωπο με τον Εμίν Αγά, που με τα έργα του εκδήλωσε άδολα την αγάπη του προς το υγρό στοιχείο.

Ο οντάς του Αγά στην Απάνω Σουβάλα επίσης συμπίπτει χωροθετικά με τον εκεί υπάρχοντα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, «Νταρβιρέϊκο Μαχαλά». Η γειτονιά αυτή εκτεινόταν νοτιοδυτικά της Αγίας Βαρβάρας και κατοικείτο αποκλειστικά από την Τουρκική (;) οικογένεια Νταρβίρη. Η ονοματοδοσία της γειτονιάς σαν κάτι το ξεχωριστό από το υπόλοιπο χωριό και μάλιστα με τον Τουρκικό όρο «μαχαλάς», η επίσης τουρκική προέλευση του επωνύμου της οικογένειας, (Νταρβίρα στα τουρκικά είναι η φλογέρα), μας κατευθύνει προς το συμπέρασμα ότι οι Πανωσουβαλιώτες Νταρβιραίοι ήταν τουρκικής καταγωγής και πιθανώς συγγενείς του Αγά. Μετά την απελευθέρωση, σύσσωμη η οικογένεια μετώκησε στην Αγόριανη και στις αρχές του 20ου αιώνα οι τελευταίοι απόγονοι μετανάστευσαν στην Αμερική. Το όνομα έσβησε. (Στον εκλογικό κατάλογο της Σουβάλας του 1864, εμφανίζεται με εξελληνισμένο πλήρως το επώνυμο, ο Νταρβήρης Ιωάννης του Αναστασίου ετών 38 γεωργός).

Μετά τη μάχη της Πέτρας στη Βοιωτία τον Σεπτέμβριο του 1829, και την περίλαμπρη νίκη των Ελληνικών δυνάμεων υπό τον Υψηλάντη, κατόπιν συμφωνίας οι Τούρκοι εξεκκένωσαν την Ανατολική Στερεά Ελλάδα απωθώντας τα στρατεύματά τους πάνω από την οριογραμμή Αμβρακικού – Μαλλιακού. Η Ελευθερία ξαναγυρίζει ύστερα από 436 πέτρινα χρόνια στη Γη που την γέννησε. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι δεν αποχώρησαν ταυτόχρονα με το στρατό τους από τα άγια χώματά μας. Μετά τη συνθήκη του Λονδίνου τον Αύγουστο του 1832, δρομολογήθηκε η ομαλή μετάβασή τους κυρίως προς την περιοχή της Λαρίσης όπου ήταν τα διοικητικά τους κέντρα, αφού πρώτα τους επετράπη  να εκχωρήσουν τις περιουσίες τους στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος, ή να τις πουλήσουν. Ο τελευταίος Τούρκος Αγάς του Δαδιού αποχωρώντας δεν ξέχασε τους Σουβαλιώτες πρώην καλοκαιρινούς συγχωριανούς του. Όχι από τους οντάδες του στη Σουβάλα και το Δαδί, αλλά από το τσιφλίκι του στα «Σπίτια» του Μεγαλοκύρη, έστειλε μαντατοφόρο ανήμερα της Αναλήψεως στη Χορευταριά της Απάνω Σουβάλας προσκαλώντας τους Σουβαλιώτες να αγοράσουν μέρος από το τεράστιο αγρόκτημά του. (Εκτίμηση του γράφοντος 23 Μαϊου 1833 ημέρα Πέμπτη). Η συνέχεια είναι γνωστή. Μετά την μετά βδελυγμίας άρνηση των Σουβαλιωτών, ο Αγάς απευθύνθηκε στους καθαυτού συγχωριανούς του Δαδιώτες οι οποίοι, ύστερα από πρόχειρο έρανο συγκέντρωσαν το ποσό και αγόρασαν ολόκληρο το μεγάλο τιμάριο.

Ο οντάς του Αγά στην Απάνω Σουβάλα εγκαταλείφτηκε και κατέρρευσε. Ο Μεγαλοκύρης, όντας πια Δαδιώτικη ιδιοκτησία, υπήχθη διοικητικά στην επαρχία Λοκρίδος, όταν εκείνη τη χρονιά (1833), ο Αντιβασιλεύς του Όθωνα Άρμανσμπεργκ καθόρισε τα όρια των νομών της Ελλάδος. Και ας ήταν ανέκαθεν κομμάτι της Ιερής Φωκικής Γης,

*Τη θέση του οντά στο Δαδί μας υπέδειξε ο ιστορικός ερευνητής και συγγραφέας του Δαδιού Γ.Σκορδάς.

 *Τη θέση του οντά στην Πάνω Σουβάλα μας υπέδειξε η γηραιά αρχόντισσα του Παρνασσού Γιργού Καραθάνου.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ  ΚΑΤΟΙΚΟΣ                                                                                     ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

ΥΠΟΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΕΛΑΣ εα                                                                      1. Χ. ΕΝΙΣΛΕΙΔΗ «Η ΑΜΦΙΚΛΕΙΑ»

  ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ  ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ                                                                      2. Γ. ΣΚΟΡΔΑ «ΑΜΦΙΚΛΕΙΑ (ΔΑΔΙ)

           ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ                                                                  3. ΘΡΥΛΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΣΟΥΒΑΛΑΣ- ΑΜΦΙΚΛΕΙΑΣ                                                                            

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."