Σελίδες

Σελίδες

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Γιάννης Μαρρές (4 Μαρτίου 1925 – 27 Αυγούστου 2003)

 


 

Ο Γιάννης Μαρρές γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου του 1925 στην Πολύδροσο ή Σουβάλα Παρνασσίδας. Οι γονείς του Θανάσης και Βασιλική ήταν γεωργοί ασχολούμενοι κυρίως με τις φυτείες καπνού.

Το 1937 τέλειωσε το εξατάξιο Δημοτικό Σχολείο του χωριού του. Το 1938  γράφτηκε στο εξατάξιο Γυμνάσιο της γειτονικής  Αμφικλείας (Δαδί).

Το 1941 κι ακριβώς την εποχή που οι Γερμανοί στρατιώτες έμπαιναν σαν κατακτητές στην Αθήνα, εκείνος βρισκόταν στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, άρρωστος και εγχειρισμένος στο αριστερό του πόδι. Το 1943 τέλειωσε το Γυμνάσιο Αμφίκλειας.

Την ίδια εποχή που η εθνική αντίσταση μεγαλουργούσε εντάχθηκε στις αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΛΑΣ της Σουβάλας. Μια από εκείνες τις μέρες του 1943 , Ιταλοί στρατιώτες επιχείρησαν να μπλοκάρουν τη Σουβάλα, κι ο Μαρρές στην προσπάθειά του ν’ αποφύγει τη σύλληψή του χτύπησε το εγχειρισμένο του πόδι με τρία κατάγματα στο κόκαλο του αριστερού του ποδιού. Από τότε τα πράγματα γι’ αυτόν ως προς την υγεία του άρχισαν να μην πηγαίνουν καλά.

Το 1944 κατέβηκε στην Αθήνα και ξαναμπήκε στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Η κατάσταση που επικρατούσε την εποχή εκείνη στην χώρα μας δεν επέτρεπε την σωστή ιατροφαρμακευτική περίθαλψή του. Στις 2 Αυγούστου του 1944 μπήκε ξανά στο χειρουργείο του νοσοκομείου, για να βγει από εκεί μ΄ ένα πόδι λιγότερο. Κι ήταν τότε 19 χρονών.

Ο Μαρρές ήθελε να σπουδάσει γιατρός, πράγμα που το ήθελαν και οι γονείς του, αλλά λόγοι υγείας του δεν το επέτρεψαν αυτό.

Τον Απρίλιο του 1947 παντρεύτηκε την συγχωριανή του Τασούλα Κ.Βελέντζα.


Κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο τα πράγματα γι’ αυτόν εξακολουθούσαν να είναι δύσκολα. Κυνηγημένος υποχρεώθηκε να φύγει από το χωριό του. Πήγε μαζί με τη γυναίκα του στον Πειραιά. Για να μπορέσουν να ζήσουν δούλεψε σαν μικροπωλητής παιδικών παιχνιδιών στον Πειραιά και στην Αθήνα. Δούλεψε ως απλός εργάτης σ’ ένα εργαστήρι που κατασκεύαζε σωλήνες για ηλεκτρικές εγκαταστάσεις κι έβαφε με μίνιο καρέκλες που κατασκεύαζε ένα άλλο μικρό εργαστήρι επίσης  στον Πειραιά. Μετά τη λήξη του εμφυλίου, ο Μαρρές γύρισε στο χωριό του. Προσπάθησε ν’ αποκατασταθεί επαγγελματικά. Δεν μπόρεσε να εργαστεί σε καμιά κρατική υπηρεσία. Οι αστυνομικές αρχές του χωριού δεν του έδιναν το απαιτούμενο «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων». Έτσι τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα γι’ αυτόν.  Στη συνέχεια, και για δώδεκα ολόκληρα χρόνια, δούλεψε ως καπνεργάτης, περνώντας στις γνωστές βελόνες τον καπνό που έφερναν οι δικοί ου απ’ τα χωράφια τους.

Την ίδια εποχή , και κατά τις ελεύθερες ώρες του, άρχισε να διαβάζει και να γράφει. Το 1954 έγραψε το πρώτο του διήγημα με τίτλο: « Δοκιμασία» το οποίο δημοσιεύτηκε την εποχή εκείνη στο λογοτεχνικό περιοδικό «Πνευματική Ζωή» του Μελή Νικολαΐδη στην Αθήνα.  Συνέχιζε να δουλεύει σαν  καπνεργάτης, να διαβάζει και να γράφει ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια, τα οποία και δημοσιεύονταν σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες της εποχής εκείνης.

Την ίδια εποχή ο Μαρρές , «ανακατεύτηκε» με τα κοινοτικά πράγματα του χωριού του, έλαβε μέρος στις εκλογές, εκλέχθηκε ως κοινοτικός σύμβουλος, κι αμέσως έγινε Αντιπρόεδρος της Κοινότητας και μέλος της Τουριστικής Επιτροπής του  χωριού του. Εξακολουθούσε να δουλεύει, να διαβάζει και να γράφει.

Το 1959 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο: «Δοκιμασία» (Διηγήματα). Η Έκδοση αυτή επεφύλασσε στο Μαρρέ μιαν απρόβλεπτη περιπέτεια. Δεν είχε όλα τα χρήματα, που χρειάζονταν για την έκδοση του βιβλίου αυτού, και θέλησαν να τον βοηθήσουν οικονομικά οι φίλοι του, προπληρώνοντας  το βιβλίο του. Τη χειρονομία αυτή των φίλων  του η Αστυνομία την εξέλαβε ως «έρανο» που έκανε ο Μαρρές για οικονομική ενίσχυση του παράνομου την εποχή εκείνη ΚΚΕ. Οδηγήθηκε για τούτο στο δικαστήριο αλλά αθωώθηκε.

Το 1963 εκδόθηκε το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο: «Με το δάκτυλο στο χάρτη» (Διηγήματα). Το 1965 το τρίτο βιβλίο του με τίτλο: « Ιστορικά Μελετήματα». Το 1966 έγινε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Στις 21 Απριλίου 1967, όταν οι συνταγματάρχες επέβαλαν τη δικτατορία τους, τον συνέλαβαν και λίγες μέρες αργότερα ο Μαρρές βρέθηκε εξόριστος στη Γυάρο. Όταν ξαναγύρισε σπίτι του, οι Αρχές του τόπου με σχετικό έγγραφό τους του έκαναν γνωστό ότι δεν μπορεί  να είναι Αντιπρόεδρος της Κοινότητας, ούτε μέλος της Επιτροπής Τουρισμού του χωριού του για «λόγους δημοσίας  τάξεως και ασφαλείας». Λίγο αργότερα έμαθε πως οι ίδιες Αρχές απαγόρευαν σ’ όλους τους χωριανούς του, ακόμα και στους  πιο στενούς του συγγενείς, όχι μόνο να τον κάνουν παρέα αλλά ούτε και να του μιλούν. Η κατάσταση  αυτή τον οδήγησε σε οδυνηρές περιπέτειες. Ο Γιάννης Μαρρές αδικοχτυπημένος από τη ζωή μέσα στη νιότη του, αποτέλεσε μια  ξεχωριστή πνευματική μορφή.

Η προσωπικότητα, ο βουνίσιος χαρακτήρας, η κοινωνική ευαισθησία και η αγωνιστικότητά του σε σαγήνευαν και αναπόφευκτα τον αγαπούσες.

Έφυγε από τη ζωή στις 27 Αυγούστου του 2003. Άφησε πίσω του ένα σημαντικό πνευματικό έργο, που συνωθείται στα σαρανταένα βιβλία που εξέδωσε.

Γιάννης Μαρρές-Λουκάς Κούσουλας- Γιώργος Σκουρογιάννης

ΟΙ Γονείς  του Γιάννη Μαρρέ :   Θανάσης -Βασιλική

Γιάννης Μαρρές με τη Μητέρα του


Νικηφόρος Βρετάκος- Γιάννης Μαρρές

Λουκάς Κούσουλας- Νικηφόρος Βρετάκος- Γιάννης Μαρρές

Γιάννης Μαρρές -Νικηφόρος Βρετάκος

14 Φεβρουαρίου 1985 Αίθουσα της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών  Τιμητική εκδήλωση για το Γιάννη Μαρρέ





14 Φεβρουαρίου 1985- Τιμητική Εκδήλωση για το Γιάννη Μαρρέ σε μία Κατάμεστη Αίθουσα

 


                       



Πηγή :  Απο το Βιβλίο του Δημήτρη Φαφούτη :  Ο Γιάννης Μαρρές και η φιλία του με το Νικηφόρο Βρετάκο

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Επιτρέπεται η υποβολή σχολίων σχετικών, βέβαια, με το θέμα της κάθε ανάρτησης. Η ελεύθερη έκφραση γνώμης και καλόπιστης κριτικής για τα θέματα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας είναι ευπρόσδεκτη. Αντίθετα, κάθε σχόλιο υβριστικού, προσβλητικού & κακόβουλου περιεχομένου και μάλιστα ανώνυμο θα διαγράφεται."